Η άβολη αλήθεια

C
Βαγγέλης Γιαννίσης

Η άβολη αλήθεια

Τον Søren Sveistrup τον γνώρισα ως σεναριογράφο, πρώτα του εξαιρετικού Forbrydelsen (The Killing) και έπειτα της χλιαρής κινηματογραφικής διασκευής του Χιονάνθρωπου, του Nesbø. Δεν θυμάμαι πότε ήταν η ακριβής στιγμή που άκουσα για πρώτη φορά για τον Καστανάνθρωπο (αν δεν με απατά η μνήμη μου, το είχε αναφέρει κάποιο μέλος ομάδας του Facebook, αφιερωμένης σε Σκανδιναβική Αστυνομική Λογοτεχνία και σειρές), ωστόσο το άκουσμα του ονόματος του Sveistrup με έστειλε απευθείας στην ιστοσελίδα της Penguin. Διαβάζοντας την υπόθεση και έχοντας στον νου μου τη δεινότητα του Δανού στη δημιουργία χαρακτήρων και πλοκών, στέλνω ένα λιτό email στις Εκδόσεις Διόπτρα: Αυτό το βιβλίο πρέπει να το αποκτήσουμε. Πού να ήξερα ότι το είχαμε μόλις αποκτήσει. Φυσικά, το επόμενο μήνυμα είχε ήδη αρχίσει να συντάσσεται: Θέλω να το μεταφράσω.

Πάμε στα καθέκαστα του βιβλίου τώρα. Η συγγραφή ενός μυθιστορήματος από μόνη της είναι έργο δύσκολο. Αν, τώρα, ο συγγραφέας περνάει στη λογοτεχνία από ένα διαφορετικό φορμάτ, αυτό του σεναρίου, το έργο αυτό γίνεται ακόμη δυσκολότερο, καθώς καλείται να αποδώσει τους χαρακτήρες με τρόπο διαφορετικό από αυτόν που είχε συνηθίσει. Ως εγχείρημα είναι ανάλογο της μετάβασης του Μάικλ Τζόρνταν από το μπάσκετ στο μπέιζμπολ. Ναι, και τα δύο είναι αθλήματα, ναι και τα δύο χρησιμοποιούν μπάλα, και στα δύο ο σκοπός είναι να κερδίσεις τον αντίπαλο, αλλά οι κανόνες είναι διαφορετικοί. Ο Τζόρνταν, μέγας παίκτης του ενός αθλήματος, δεν κατάφερε να ξεπεράσει τη μετριότητα στο δεύτερο: όσο καλός και να είσαι σε κάτι, όσο κι αν έχεις ποτίσει από το ένστικτο του νικητή (ή, στη δική μας περίπτωση, του καλού story teller) αυτό δεν σημαίνει ότι αυτόματα θα είσαι καλός και σε κάτι άλλο παρεμφερές.

Ελπίζω να μην περιμένετε από μένα να σας πω αν ο Sveistrup κάνει καλά τη δουλειά του ως συγγραφέας. Αυτό φαίνεται από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου. Οι αφηγηματικές αρετές που είχε εμφανίσει στο Forbrydelsen τον ακολουθούν και εδώ: από την αρχή δημιουργεί ένα σύμπαν (στην περίπτωσή μας ταξιδεύουμε στην Κοπεγχάγη) στο οποίο φροντίζει με περίσσια τέχνη να σε βάλει μέσα. Όταν η Νάια Τουλίν αφήνει την κόρη της στο σχολείο, νιώθεις τη βροχή να πέφτει πάνω και σε εσένα. Όταν ο Ες επιστρέφει στην ποντικότρυπα που έχει για διαμέρισμα, νιώθεις την κενότητα του χώρου…  Έπειτα, η πλοκή. Ο Sveistrup χτίζει την υπόθεση σαν ένα τεράστιο, βρομερό κρεμμύδι, που οι πρωταγωνιστές αρχίζουν σιγά-σιγά να ξεφλουδίζουν, αφαιρώντας το ένα στρώμα έπειτα από το άλλο, μέχρι να αποκαλυφθεί η άβολη αλήθεια.

Εκτός από την αλήθεια που κρύβεται στο παρελθόν, πρωταγωνιστικό ρόλο παίζουν και άλλες δύο θεματικές, τις οποίες οι Σκανδιναβοί συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας αρέσκονται να μελετούν: τα παιχνίδια εξουσίας και την πολιτική (μαζί και με τις επιπτώσεις της στην κοινωνία). Ο συγγραφέας εντάσσει ομοιογενώς στην πλοκή συγκρούσεις ανάμεσα σε άτομα με διαφορετικά χαρακτηριστικά και κίνητρα. Φιλόδοξοι εναντίον φιλόδοξων. Παραδομένοι εναντίον φιλόδοξων. Φιλοδοξία απέναντι στο καθήκον.

Αν ο αναγνώστης παίρνει στα χέρια του ένα βιβλίο επειδή τον τράβηξε η πλοκή, οι χαρακτήρες είναι αυτοί που τον κάνουν να γυρνά τις σελίδες. Και, για να είμαι ειλικρινής, αυτό το κομμάτι ήταν το μόνο για το οποίο ήμουν σίγουρος ότι ο συγγραφέας θα είχε κάνει καλή δουλειά, προτού ακόμη διαβάσω το βιβλίο. Έπρεπε να το είχα παίξει στο Τζόκερ. Η δυναμική Νάια Τουλίν ξεχωρίζει, και όσοι αγάπησαν τη Σάρα Λουντ του Forbrydelsen, λογικά θα κάνουν το ίδιο και με την πρωταγωνίστρια του βιβλίου, που συγκεντρώνει στο πρόσωπό της πολλά αρχετυπικά χαρακτηριστικά της Nordic ηρωίδας. Οφείλω να παραδεχτώ, ωστόσο, ότι συμπάθησα ένα τσικ παραπάνω τον έτερο πρωταγωνιστή, Μαρκ Ες, ο οποίος όσο με εκνεύρισε στην αρχή με τον ζαμανφουτισμό του και την επιμονή του να επιστρέψει στην προηγούμενη θέση του, στην Interpol, τόσο με κέρδισε όταν άρχισε σιγά-σιγά να ξεδιπλώνεται η προσωπικότητά του.

Εν κατακλείδι, ο «Καστανάνθρωπος» είναι μία ιστορία κατεστραμμένων ανθρώπων. Είναι από τα βιβλία που απαιτεί συγκέντρωση (ναι, θα δείτε πολλούς χαρακτήρες και αρκετές «δύσκολες» δανέζικες ονομασίες, αλλά, guys, μυθιστόρημα διαβάζετε, όχι χαϊκού), αλλά στο τέλος του αποζημιώνει τον αναγνώστη και τον κάνει να αποζητήσει τη συνέχεια, που ελπίζουμε ότι θα έχει.