Οι τρεις αρετές
Από πάντα το όνειρό του ήταν να γίνει ξένος ανταποκριτής. Αποκοιμιόταν ακούγοντας στο BBC ανταποκρίσεις από την Ινδία, το Πακιστάν, τη Ρωσία. Όσο κι αν οι φίλοι του του έλεγαν ότι η δημοσιογραφία ήταν καταδικασμένη να πεθάνει ή ότι ο δημοσιογράφος δεν πληρώνεται καλά ακόμη κι όταν παίζει κορόνα-γράμματα τη ζωή του, εκείνος επέμενε. Κι αυτό το καλοκαίρι, στα 21 του, εκπλήρωσε το όνειρό του. Προσλήφθηκε σε μια καθημερινή εφημερίδα κι έκανε το πρώτο του ρεπορτάζ. Έγραψε πολλά, έγραψε καλά, έγραψε γρήγορα, και αμείφθηκε με τον ελάχιστο μισθό. Παρ’ όλα αυτά, το συμπέρασμά του ήταν ότι, «Η δημοσιογραφία είναι η καλύτερη δουλειά του κόσμου». Γιατί;
Θα μπορούσε να συμβαίνει στην Ελλάδα: ξέρω μερικά (όχι πολλά) νέα παιδιά που διατηρούν ακόμη το κέφι τους για τη δουλειά αυτή, παρά τις αναποδιές που έχουν συναντήσει, τις σφαλιάρες που έχουν φάει και τους μισθούς πείνας που παίρνουν. Τυχαίνει όμως να συμβαίνει στην Αμερική, και συγκεκριμένα στο Όρεγκον. Το πρώτο ρεπορτάζ του Τζόναθαν Μπατς αφορούσε τα ροντέο, τους ιθαγενείς της Βόρειας Αμερικής και τα εγκαίνια ενός μπαρ που λέγεται Strip’n’Chute. Οι New York Times δεν μας αποκαλύπτουν τον μισθό του, υποθέτουν όμως ότι θα είναι μικρότερος από τα 18.000 δολάρια τον χρόνο που παίρνουν μερικοί δημοσιογράφοι της τηλεόρασης. Και πάλι, ο μικρός δεν θα μπορούσε να είναι πιο ενθουσιώδης. Τώρα μαθαίνει φουλ ρώσικα για να δουλέψει ως freelancer στην ανατολική Ευρώπη. Γιατί;
Δεν μου συμβαίνει συχνά, αλλά αυτή τη φορά θα υπερασπιστώ τον εκπρόσωπο της ΕΣΗΕΑ που είπε στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής ότι ο δημοσιογράφος δεν είναι δημόσιος υπάλληλος, ούτε πρέπει να αντιμετωπίζεται έτσι. Όχι επειδή περιφρονώ τους δημοσίους υπαλλήλους — ίσα-ίσα, έχω συναντήσει σπουδαίους ανθρώπους που σκίστηκαν να μ’ εξυπηρετήσουν. Αλλά επειδή η δημοσιογραφία είναι πράγματι ένα διαφορετικό επάγγελμα. Χωρίς ωράρια. Χωρίς εγγυήσεις. Χωρίς όρια. Με πολύ πάθος. Και με πολύ άγχος. Ή έτσι τουλάχιστον το βλέπω εγώ. Και ένας Αμερικανός ρεπόρτερ 35 χρόνια νεότερός μου.
«Για να ασχοληθείς με τη δημοσιογραφία αυτές τις ημέρες, πρέπει να είσαι ένας πραγματικός πιστός. Ο διευθυντής σου σε πιέζει. Το ρεπορτάζ σου σε αγχώνει. Ο κόσμος σε βρίζει. Και η αμοιβή σου είναι πενιχρή». Θα μπορούσε να αφορά την Ελλάδα, αλλά αφορά την Αμερική: οι παραπάνω διαπιστώσεις ανήκουν στον Έκτορ Τόμπαρ, αναπληρωτή καθηγητή στην πανεπιστημιακή Σχολή Δημοσιογραφίας και Επικοινωνίας που τελείωσε ο Τζόναθαν Μπατς. Όπως και δύο ακόμη: ότι υπάρχει πάντα όρεξη για αληθινές ιστορίες που εξιστορούνται καλά· και ότι ακόμη και η πιο απλή ιστορία απαιτεί δεξιοτεχνία, πειθαρχία και σεβασμό.