Οικονομική Ελευθερία και Ανισότητα (ΙΙ)
Σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στον Amagi υπό τον τίτλο «Οικονομική ελευθερία και Ανισότητα», ο Χαράλαμπος Κακολύρης ασχολείται με το ζήτημα των εισοδηματικών ανισοτήτων με τρόπο που δεν είναι ιδιαίτερα συνήθης — τουλάχιστον στον ελληνικό Τύπο. Αντί για την αναπαραγωγή στερεοτύπων, την αγνόηση των οικονομικών στοιχείων και μία ιδεοληπτικού τύπου προσέγγιση που λίγη σχέση έχει με την πραγματικότητα, εξετάζει το ζήτημα χωρίς παρωπίδες. Αναγνωρίζει τον θετικό ρόλο που διαδραματίζει η οικονομία της αγοράς στην καταπολέμηση της απόλυτης φτώχειας, ενώ απορρίπτει την ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι η αύξηση της οικονομικής ελευθερίας οδηγεί νομοτελειακά και στην αύξηση των ανισοτήτων. Παρ’ όλα αυτά, δύο βασικά προβλήματα εντοπίζονται στη βάση του συλλογισμού επί του οποίου αναπτύσσονται τα επιχειρήματα.
Το πρώτο είναι το «επί της αρχής» ζήτημα. Θα έπρεπε το κράτος —και σε ποιο βαθμό—, στο όνομα της δικαιοσύνης όπως την αντιλαμβάνεται ο Rawls, να εφαρμόζει εξισωτικές πολιτικές εις βάρος του δικαιώματος στην ιδιοκτησία; Το θέμα αυτό έχει απασχολήσει εκτεταμένα τους σημαντικότερους πολιτικούς φιλοσόφους, και η αντιπαράθεση μεταξύ του John Rawls, από τη μία μεριά, και των Robert Nozick και Friedrich Hayek, από την άλλη, παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον. Το πρόβλημα είναι ότι η συζήτηση γύρω από αυτό το θέμα, αν και πολύ ενδιαφέρουσα, είναι συνήθως ατέρμονη.
Το δεύτερο και πιο σημαντικό είναι το «πρακτικό»: ότι, επικεντρωνόμενοι στο θέμα των ανισοτήτων, παραβλέπουμε το πραγματικό πρόβλημα. Ενώ το ζητούμενο θα έπρεπε να είναι η καταπολέμηση της (απόλυτης) φτώχειας και η δημιουργία του κατάλληλου θεσμικού και οικονομικού περιβάλλοντος ώστε αυτοί που εκκινούν από χαμηλότερη βάση να έχουν περισσότερες ευκαιρίες, ο δημόσιος διάλογος εξαντλείται στο χάσμα που υφίσταται μεταξύ πλούσιων και φτωχών, κάτι που μπορεί μεν να σημαίνει πολλά, μπορεί όμως και τίποτε.
Πιο συγκεκριμένα, οι ανισότητες που προκύπτουν στη Βενεζουέλα από το γεγονός ότι η κόρη του Ούγο Τσάβες εμφανίζεται να είναι η πιο πλούσια πολίτης της χώρας είναι πολύ διαφορετικές από τις ανισότητες που οφείλονται στον Bill Gates ή στον Steve Jobs. Στην μία περίπτωση, η συσσώρευση πλούτου προκύπτει από την υφαρπαγή των εσόδων από την εκμετάλλευση του πετρελαίου, ενώ στην άλλη από την παραγωγή καινοτόμων προϊόντων που διαδραματίζουν —μεταξύ άλλων— κομβικό ρόλο στον περιορισμό της φτώχειας και στην κοινωνική κινητικότητα.
Ο καθηγητής φιλοσοφίας Harry G. Frankfurt το θέτει εναργέστερα από όλους σε άρθρο του στο Bloomberg:
«H ανισότητα είναι τελικά ένα αμιγώς τυπικό χαρακτηριστικό. […] Σίγουρα αυτό που θα πρέπει να μας απασχολεί πραγματικά σε ηθικό επίπεδο δεν είναι τυπικό αλλά ουσιαστικό. Είναι το αν οι άνθρωποι ζουν μία καλή ζωή και όχι πώς η ζωή τους συγκρίνεται με τη ζωή των άλλων».
Υπό αυτό το πρίσμα, είναι κρίσιμο να εστιάσουμε την προσοχή μας στις πολιτικές που βελτιώνουν τη θέση των οικονομικά αδυνάμων: τη θωράκιση του δικαιώματος στην ιδιοκτησία, την αποτελεσματικότητα στη διαδικασία απονομής δικαιοσύνης, την ισότητα απέναντι στον νόμο, την επένδυση στην οικονομία της γνώσης και πολλά άλλα. Διαφορετικά, αν δώσουμε έμφαση στις εισοδηματικές διαφορές, κινδυνεύουμε να πάθουμε αυτό που τόσο εύστοχα επισήμανε η Margaret Thatcher απαντώντας σε βουλευτή της αντιπολίτευσης στη βουλή των κοινοτήτων: να προτιμήσουμε οι φτωχοί να είναι φτωχότεροι γιατί έτσι οι πλούσιοι θα είναι λιγότερο πλούσιοι.