41 rue du Temple
Πριν λίγες μέρες φεύγαμε από το Παρίσι για να γλιτώσουμε από τη φρίκη, τώρα επιστρέφουμε εκεί, όπως πάντα, για να αναζωογονηθούμε με την ομορφιά. Όποτε είχα σοβαρό πρόβλημα ή ήμουν κάπως χαμένη, περπατούσα στους δρόμους της πόλης κι έβρισκα τον εαυτό μου. Τώρα που αυτό έγινε επικίνδυνο, πάλι εκεί επιστρέφω για να παρηγορηθώ.
Η πιο τρυφερή, προσωπική καρδιά του Παρισιού, στην οποία γυρίζω γιατί εκεί νιώθω οικεία, είναι το Μαρέ. Εκεί, πριν από 11 χρόνια, όταν τελείωσε η δυνατότητα διαμονής μου στην Cité Internationale, επισκέφτηκα ένα διαμέρισμα στη rue des Francs Bourgeois, μετά από αμέτρητες αποτυχημένες προσπάθειες (το στεγαστικό πρόβλημα του Παρισιού είναι το χειρότερο στην Ευρώπη). Ήμουν σίγουρη ότι δεν θα με προτιμήσουν, γι’ αυτό, όταν η ηλικιωμένη κυρία του μεσιτικού γραφείου μού είπε, «Εγώ εμπιστεύομαι τους ανθρώπους, σας το δίνω το σπίτι», έγινε η καρδιά μου ανάλαφρο πουλί που βρίσκει διαχρονικά φιλόξενη φωλιά στο χωριό του Μαρέ, και το quartier σύμβολο εμπιστοσύνης και κατανόησης.
Έχοντας ζήσει στην περιοχή για πέντε χρόνια, έχω πολλά-πολλά γνωστά μέρη και αγαπημένα στέκια: καφέ, μπαρ, εστιατόρια, μουσεία, αυτόματα πλυντήρια και μπουτίκ. Υπάρχουν λόγοι σήμερα να αναφερθώ σε ένα συγκεκριμένο μέρος: στο 41 rue du Temple.
Μπαίνοντας από τη rue du Temple, ένα θολωτό πέρασμα οδηγεί σε μια πλακόστρωτη αυλή, περιτριγυρισμένη από τρία κτίσματα που σχηματίζουν ένα U. Το κτίριο είναι των αρχών του 17ου αιώνα, όπως και πολλά άλλα στην περιοχή. Εκεί έμενε ο γενικός ταμίας της Γαλλίας με την οικογένειά του, και στη συνέχεια σύμβουλοι του Βασιλιά, ιππότες, εισαγγελείς και οι κληρονόμοι τους — ακόμα και σήμερα ανήκει σε ιδιώτη.
Στο ισόγειο του κτιρίου ανφάς, βρίσκεται ένα ασυνήθιστο θέατρο, το Café de la Gare. Ασυνήθιστο γιατί δεν υπάρχει αρχηγός ή σκηνοθέτης, ο ηθοποιός είναι κύριος του κειμένου του, ο αυτοσχεδιασμός είναι σχεδόν μόνιμος. Το δημιούργησαν λίγο μετά τον Μάη του ’68 κάποιοι φίλοι κι έχουν περάσει από εκεί γνωστά ονόματα, όπως ο Coluche, η Miou-Miou, ο Gérard Dépardieu. Το χιούμορ είναι το βασικό χαρακτηριστικό του θεάτρου και το ανακάλυψα με ευχαρίστηση πριν μερικά χρόνια στον «Γύρο του Κόσμου σε Ογδόντα Ημέρες» των Azzopardi και Danino, με τα αστεία αγγλογαλλικά λογοπαίγνια. N’est-il pas?
Στην πλακόστρωτη αυλή μπροστά από το κτίριο (στην οποία μέχρι και το 1972 υπήρχε ακόμα το υπόστεγο που είχε κατασκευαστεί για την υποδοχή των αλόγων και των αμαξών) υπάρχει ένα πολύ συμπαθητικό καφέ. Η ιδιαιτερότητά του, εκτός του ότι μπορεί κανείς να πιει τον καφέ του σε μια ήσυχη αυλή στο κέντρο της πόλης έχοντας τριγύρω του ένα πανέμορφο κτίριο, είναι ότι βλέπει στα παράθυρα του δεύτερου ορόφου, δηλαδή στο κέντρο χορού του Μαρέ (Centre de Danse du Marais), όπου διδάσκονται όλα τα πιθανά και απίθανα είδη χορού.
Στο θέατρο έχω περάσει όμορφες στιγμές και στο καφέ έχω πάει πολλές φορές — αλλά αυτές τις μέρες ήρθε στο μυαλό μου η εικόνα από το τραπεζάκι του καφέ προς το παράθυρο, όπου επιμελείς χορεύτριες του κλασικού χορού με τον κότσο και το ελαφριά γερμένο κεφάλι κρατάνε την μπάρα καθώς κάνουν τα pliés και τα battements τους. Έχοντας κάνει πολλά χρόνια κλασικό χορό, θυμάμαι που μας έλεγε η καλή μου δασκάλα Ν.Κ.: «Ο χορός [εννοώντας τον κλασσικό] είναι η πιο αχάριστη τέχνη. Πονάς, υποφέρεις, το σώμα χρειάζεται να ξεπεράσει τη φύση του, αλλά πρέπει να χορεύεις με γλυκό χαμόγελο και να φαίνονται όσα κάνεις τόσο ανάλαφρα, τόσο εύκολα».
Δεν είναι τυχαίο ότι το υποσυνείδητό μου μου υπέδειξε την εικόνα των χορευτριών ως πρωταρχική εικόνα ομορφιάς. Η λέξη-κλειδί αυτές τις μέρες είναι η πειθαρχία. Η πειθαρχία του χορού περιγράφει όσα ζούμε. Η βία, ο φόβος, η μοναχική προετοιμασία του καθένα μας στο ενδεχόμενο της απώλειας της ζωής, δεν είναι παρά ένα συνηθισμένο μάθημα στην μπάρα που θα οδηγήσει σε ένα θριαμβευτικό pas de deux.
Να, μόλις τώρα σας λέω πόσο όμορφη είναι αυτή η πόλη (και θα σας το λέω αρκετά συχνά από αυτή τη στήλη) τελειώνοντας την πιρουέτα μου με ένα γλυκό χαμόγελο. Έι χοπ!