Το αέναον τούτο φόβητρον
Η γερμανοφοβία —που παγίως πλέον εκδηλώνεται ως αντιγερμανική υστερία— δεν είναι πρωτοφανές φαινόμενο στη χώρα των απογόνων του Περικλέους. Αντιθέτως, οι γερμανικές «συνωμοσίες» προς παγίδευσιν του ελληνικού έθνους πρωτοεμφανίστηκαν την επαύριο ήδη του πολέμου του 1897.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Στις 7 Μαΐου 1897 λήγει ο ατυχέστατος ελληνοτουρκικός πόλεμος, με τον ελληνικό στρατό να «προελαύνει» ολοταχώς προς την Αθήνα, άνευ όμως προεπιλεγμένου τελικού προορισμού, και τον τουρκικό να ακολουθεί, με ηπιότερο μεν βηματισμό, αλλά ωστόσο με την ίδια κατηφορική κατεύθυνση. Από την αμέσως επομένη σχεδόν ημέρα, ξεκινά ένα γαϊτανάκι ανταλλαγής απόψεων περί του «τις πταίει» (και όχι του ορθότερου, τι φταίει) για το φιάσκο που παραλίγο να τερματίσει τη σύντομη ζωή του ελληνικού βασιλείου.
O βουλευτής Λεβίδης, κραταιός πολιτικός ανήρ, μέλος της Εθνικής Εταιρείας, της διαβόητης εθνικιστικής και παρακρατικής οργάνωσης που φέρει σοβαρή ευθύνη για τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του ’97, εισηγείται την περίφημη θεωρία, πως για την τραγική πολεμική ήττα υπεύθυνοι είναι οι… Γερμανοί. Απλά πράγματα: ο Κάιζερ Γουλιέλμος της Γερμανίας σκηνοθέτησε το όλο συμβάν, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να επιβληθεί Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος στη χώρα ώστε να μη χάσουν οι Γερμανοί ομολογιούχοι τα χρήματά τους. Η θεωρία αποτελούσε μετεξέλιξη μιας άλλης ευρύτερης ιδεοληψίας (εν πολλοίς κρατούσας ακόμη και σήμερα στους συνωμοσιολογικούς κύκλους): της μεγαλομανούς άποψης που εξέφρασε η ελληνική κυβέρνηση το 1897, πως κρατά στα χέρια της «την ειρήνην της γηραιάς ηπείρου», ή αλλιώς: «Η ειρήνην του κόσμου είναι σήμερον εις χείρας ημών των αδυνάτων», όπως το έθεσε η Εθνική Εταιρεία. Βέβαια κατά ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες την ίδια περίοδο ο Γουλιέλμος χαρακτήριζε την Ελλάδα ως «το γελοίον αυτόν εθνάριον», αλλά βεβαίως τούτη η φήμη μικρή σημασία έχει.
Το σχήμα ήταν απλό: οι αθηναϊκές εφημερίδες πληροφορούσαν τους αναγνώστες ότι επίκειται διάσπαση των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων (και πιστωτών της χώρας), στο θέμα της Κρήτης. «Η ευρωπαϊκή διπλωματία, το αέναον τούτο φόβητρον των Ελλήνων πολιτών, προ τετελεσμένων γεγονότων, εκλείπει», έγραφαν οι εθνικόφρονες αρθρογράφοι της εποχής, οι οποίοι προφήτευαν, κατά την προσφιλή εθνικολαϊκιστική μεθοδολογία, ότι, αφεύκτως, μόλις η Ελλάδα θα έλεγε «όχι» στους δανειστές και εταίρους της, οι Ευρωπαίοι θα υποχωρούσαν μπροστά στα δίκαια ελληνικά αιτήματα, φοβούμενοι τις διεθνείς συνέπειες μιας απρόβλεπτης κρισης.
Εν πάση περιπτώσει, μετά τη διάψευση των ελπίδων και την πικρή ήττα, οι γεωπολιτικές «αναλύσεις» συνεχίστηκαν με μεγαλύτερη συχνότητα. Αμέσως μετά την εγκατάλειψη της Λάρισας από τον υποχωρούντα εθνικό στρατό, κυκλοφόρησαν «εμπιστευτικές» πληροφορίες που σκέπαζαν με μια πάχνη μυστηρίου το αποτέλεσμα του πολέμου. Η εφημερίδα Πατρίς έγινε πιο συγκεκριμένη, λίγα χρόνια αργότερα: «Η Γερμανία επροκάλεσε τον πόλεμον με δύο στόχους», ο ένας εκ των οποίων ήταν «η επιβολή στην Ελλάδα του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου». Ο σχεδιασμός του ψευδοπολέμου, με εισηγητή τον Γουλιέλμο, αποφασίστηκε το 1896, στα ανάκτορα του Frendesborg στη Δανία, όπου είχαν συρρεύσει άπαντες οι βασιλείς της Ευρώπης.
Ο Κορδάτος πήρε επάξια τη σκυτάλη, εκπροσωπώντας την «αντιιμπεριαλιστική» εθνικοφροσύνη, και εν έτει 1927 με σειρά άρθρων του εξέθεσε αναλυτικότατα τη γερμανική σκηνοθεσία του ελληνοτουρκικού πολέμου, προκειμένου να επιβληθεί Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος στη χώρα, συγκαταλέγοντας μάλιστα —αντιμοναρχικός γαρ— και τον Έλληνα βασιλιά στην αντεθνική και αντιλαϊκή συνωμοσία. «Είναι λοιπόν όχι πιθανό αλλά βέβαιο, ότι πίσω από τα ηγετικά στελέχη της Εθνικής Εταιρείας ήταν πράκτορες της Γερμανίας».
Φυσικά η αποθέωση αυτών των παρανοϊκών θεωριών υπήρξε η διατυπωμένη από την εφημερίδα Σάλπιγξ (14.07.1897) άποψη πως οι Ευρωπαίοι κατέστρεψαν τη χώρα διά… παραλείψεως, καθώς απέφυγαν να επιβάλουν ναυτικό αποκλεισμό του Πειραιά, ώστε να υποχρεωθεί η Ελλάδα να ματαιώσει (!) τον πόλεμο. Η «εκπορνευθείσα υπό του συμφέροντος Ευρώπη» κατηγορείται, λοιπόν, με πάθος από την εφημερίδα, διότι δεν επενέβη εγκαίρως και κατηγορηματικά ώστε η χώρα μας να αλλάξει πολιτική, ενώ οι Ευρωπαίοι μπορούσαν να προβλέψουν «πού θα έφερεν το ελληνικόν έθνος η ευγενής του τύφλωσις».
Είτε λοιπόν διά μέσου σκοτεινών συνομωσιών, είτε διά της μη έγκαιρης πατρικής επέμβασης, η Γερμανία και γενικά η Ευρώπη δεσπόζουν διαχρονικά στο κοινωνικό φαντασιακό, ως ηθικοί αυτουργοί των κωμικοτραγικών καταστροφών που συνοδεύουν τη χώρα ήδη από τη γένεση της. Το φαινόμενο δεν είναι νέο: μεταμορφώνεται και αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τη συγκυρία και τα εκάστοτε διακυβεύματα που η πολιτική τάξη καλείται να διαχειριστεί. Και, όπως σημειώνει ο ιστορικός Γ. Γιαννουλόπουλος, τα περίφημα «εθνικά θέματα», όταν εμφανίζονται με αυτή τη γλωσσική διατύπωση, και όχι ως θέματα άμυνας ή εξωτερικής πολιτικής, είναι εξ ορισμού ζητήματα εσωτερικής πολιτικής, άμεσα συσχετισμένα με τη διεκδίκηση ή τη διατήρηση της εξουσίας.
Κάθε φορά λοιπόν που θα ακούτε το Μαξίμου να αναμασά θεωρίες για την ύπαρξη «σκοτεινών κύκλων με έδρα το Βερολίνο», μην ξεχνάτε να αποδίδετε φόρο τιμής στους πνευματικούς πατέρες των θεωριών αυτών: τον βουλευτή Λεβίδη· και την Εθνική Εταιρεία.
(Πηγή: Γιάννης Ν. Γιαννουλόπουλος, «Η Ευγενής μας Τύφλωσις», εκδόσεις Βιβλιόραμα).