Το άλλο γάλα

L
Στέλλα Κρούσκα

Το άλλο γάλα

Την περίοδο των Εορτών οι διατροφικές ατασθαλίες στις οποίες όλοι λίγο-πολύ υποπέσαμε αύξησαν το σύνηθες θερμιδικό μας φορτίο. Για όσους θέλουν να επανέλθουν με ήπιο τρόπο ακολουθώντας μία δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε λίπη, για όσους προβληματίζονται για τα μη γαλακτοκομικά προϊόντα στη διατροφή και για όσους αναρωτιούνται αν είναι καλό για την υγεία τους το γάλα αμυγδάλου που είδαν στο super market, η απάντηση είναι: αν είσαι ευαίσθητος στα γαλακτοκομικά προϊόντα εξαιτίας της λακτόζης ή αν οι γευστικοί σου κάλυκες δεν εκτιμούν τη γεύση των γαλακτοκομικών, αν είσαι χορτοφάγος ή αυστηρά χορτοφάγος, τότε το γάλα αμυγδάλου αποτελεί μια εξαιρετική εναλλακτική πρόταση που τα τελευταία χρόνια κερδίζει έδαφος συνεχώς .

Δεν πρόκειται για νέα μόδα: η χρήση του χάνεται στην ιστορία. Χρησιμοποιείται στην κοσμετολογία για την παραγωγή καλλυντικών προϊόντων, στη μαγειρική και στη ζαχαροπλαστική, αλλά και σε φαρμακευτικά σκευάσματα. Πρόκειται για έναν καρπό πλούσιο σε βιταμίνες, ιχνοστοιχεία, ασβέστιο, πρωτεΐνες, μέταλλα, εύπεπτο και χωρίς παρενέργειες.

Συχνά γίνονται συζητήσεις (και παράπονα) για τη σχετικά υψηλή τιμή του σε σχέση με άλλα εναλλακτικά προϊόντα, όμως η εξήγηση είναι απλή και σχετίζεται με την εγκατάλειψη της υπαίθρου, την αποβιομηχάνιση και τον πολύπαθο πρωτογενή τομέα παραγωγής στη χώρα μας. Αν και η Ελλάδα θα μπορούσε να καταλαμβάνει υψηλή θέση στην πυραμίδα των χωρών παραγωγής και ενδεχομένως και εξαγωγής αυτού του πολύτιμου καρπού, εντούτοις μόνο το 2014 το ποσό που δαπάνησε η χώρα μας για εισαγωγή αμυγδάλων από την Ισπανία άγγιξε τα 16 εκατομμύρια ευρώ. Η ιδιαίτερα αυξημένη ζήτηση όμως δηλώνει και κάτι άλλο πολύ σημαντικό για τις διατροφικές μας πλέον επιλογές: τη στροφή του ενδιαφέροντος των Ελλήνων καταναλωτών σε νέες γεύσεις και τις υψηλές απαιτήσεις τους για ποιότητα στην διατροφή.

Το γάλα αμυγδάλου δεν υποκαθιστά, πρωτεϊνικά τουλάχιστον, το γάλα ζωικής προέλευσης, καθώς μια κούπα γάλα αμυγδάλου περιέχει 1 g πρωτεΐνη και 2 mg ασβέστιο, ενώ η αντίστοιχη ποσότητα αγελαδινού γάλακτος περιέχει 8 g πρωτεΐνη και 300 mg ασβέστιο. Συνεπώς, πρέπει να βεβαιωθούμε για τους τρόπους πρόσληψης πρωτεϊνών και ασβεστίου από άλλες πηγές.

Μπορείτε να το προμηθευτείτε από σουπερμάρκετ και από καταστήματα βιολογικών και vegan προϊόντων. Όπως με όλα τα συσκευασμένα προϊόντα που προμηθευόμαστε, πρέπει να διαβάζουμε πάντα τα διατροφικά τους δεδομένα, που αναγράφονται στη συσκευασία, και ειδικά για το γάλα αμυγδάλου πρέπει να βεβαιωνόμαστε πως περιέχει την ελάχιστη ποσότητα συντηρητικών και πρόσθετων, ώστε να απολαμβάνουμε όλα τα οφέλη του, που είναι πολλά και σπουδαία.

Ο έλεγχος του σωματικού βάρους είναι αυτό που συχνότερα παρατηρείται και καταγράφεται από όσους καταναλώνουν γάλα αμυγδάλου — απόλυτα λογικό, αν σκεφτεί κανείς πως μια κούπα περιέχει 60 θερμίδες όλες κι όλες, σε αντίθεση με το αγελαδινό που περιέχει 146 θερμίδες το πλήρες, 122 θερμίδες το light 2% και 86 θερμίδες το 0%. Επίσης, αποφεύγουμε και τα ενοχλητικά φουσκώματα στην κοιλιά λόγω απουσίας της λακτόζης. Τα θετικά του διατροφικά δεδομένα βέβαια δεν σταματούν εδώ. Το γάλα αμυγδάλου δεν κορεσμένα λίπη και είναι πλούσιο σε ωμέγα 3, φυτικές ίνες και βιταμίνη Ε και D, που συμβάλλουν στην προστασία της καρδιάς και των κυττάρων από το οξειδωτικό στρες, προφυλάσσουν από την αρθρίτιδα και την οστεοπόρωση και ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα αντίστοιχα.

Αν και όλα τα παραπάνω δεν εκπλήσσουν, αφού λίγο έως πολύ όλοι είμαστε ενημερωμένοι για τα οφέλη που λαμβάνουμε από την κατανάλωση ξηρών καρπών, ας σταθούμε σε μία πάθηση που η εκδήλωσή της σχετίζεται, ελέγχεται και συχνά προλαμβάνεται από τη διατροφή μας: τον Σακχαρώδη Διαβήτη. Το αμυγδαλόγαλα (χωρίς πρόσθετα και γλυκαντικές ουσίες) δεν αυξάνει σημαντικά τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Η χαμηλή περιεκτικότητά του σε υδατάνθρακες και ο χαμηλός γλυκαιμικός του δείκτης βοηθούν το σώμα να χρησιμοποιεί τους υδατάνθρακες για ενέργεια, χωρίς να αποθηκεύει τα σάκχαρα ως λίπος. And that’ s a point!

Και όλα τα παραπάνω αποτυπώνονται με μεγαλοπρέπεια στο μεγαλύτερο σε έκταση όργανο —που, ειρήσθω εν παρόδω, απασχολεί το γυναικείο φύλο από τότε που η πρώτη γυναίκα αντίκρισε το είδωλό της, αλλά πλέον σε μεγάλο βαθμό και τους άντρες—, που δεν είναι άλλο από το δέρμα μας. Και αυτό το οφείλουμε στην πλούσια περιεκτικότητα του αμυγδάλου σε βιταμίνη D, που επιτελεί τον μαγικό ρόλο της προστασίας του δέρματος από τις φθορές που του προκαλούν η ηλιακή ακτινοβολία και η οξείδωση των κυττάρων.

Η παρασκευή του γάλακτος αμυγδάλου στο σπίτι είναι μια διαδικασία, πανεύκολη, δημιουργική και, γιατί όχι, καλλιτεχνική. Ακολουθώντας τα παρακάτω βήματα, παρασκευάζουμε μόνοι αμυγδαλόγαλα, και η απόλαυση κάθε γουλιάς αυτού του εύγεστου ροφήματος θα μας ανταμείψει. Το φτιάχνουμε στην κουζίνα μας με μία κούπα καλής ποιότητας αμύγδαλα, ωμά, με τη φλούδα τους (προτιμάμε τα βιολογικά), και με τρεις κούπες νερό:

Μουλιάζουμε τα αμύγδαλα για 8-10 ώρες σε μια λεκανίτσα νερό και, αφού φουσκώσουν, τα βάζουμε στο μπλέντερ με τις 3 κούπες νερό και όποια τυχόν γλυκαντική ουσία μάς αρέσει. Για παράδειγμα, αν θέλουμε πιο έντονη και γλυκιά γεύση, προσθέτουμε μία κουταλιά της σούπας σιρόπι αγαύης ή μέλι ή πετιμέζι. (Η γεύση είναι προσωπική υπόθεση, οπότε πράττουμε κατά βούληση αφού δοκιμάσουμε τις πρώτες φορές πρώτα τη γλυκύτητα του). Χτυπάμε για περίπου δύο λεπτά μέχρι να ομογενοποιηθούν τα υλικά. Το σουρώνουμε και γεμίζουμε ένα γυάλινο μπουκάλι. Αυτό ήταν. :-) Το αμυγδαλόγαλα διατηρείται στο ψυγείο για 3 ημέρες.

ΥΓ. Το γάλα αμυγδάλου θρέφει το δέρμα του προσώπου. Μπορούμε να το αλείψουμε στο πρόσωπό μας με βαμβάκι και να το αφήσουμε να δράσει για περίπου 30 λεπτά. Ξεπλένουμε με άφθονο νερό. Κοιτιόμαστε στον καθρέφτη. Λάμπουμε.