Μετ’ εμποδίων, αλλά: μέλλον
Τέλη Ιουνίου 2015. Βρισκόμαστε στο απόγειο της «ένδοξης διαπραγμάτευσης» που ακολούθησε τον «Ιανουάριο της ανατροπής» του κυρίαρχου πολιτικού κατεστημένου, και την εκτόξευση στην εξουσία της Πρώτης (και αξέχαστης!) Φοράς Αριστερά. Παράλληλα, όμως, βρισκόμαστε και στο απόγειο μίας διχαστικής και άκρως λαϊκιστικής Δημοκρατίας.
Καπηλευόμενοι το όνομα της, αναρίθμητοι αντιμνημονιακοί «πατριώτες» και «εθνοσωτήρες» έχουν αντιταχθεί απέναντι στους «μερκελιστές», στους «υποταγμένους», στους «δωσίλογους» και στους «προδότες» που τολμούν να εκφράσουν ελεύθερα την άποψή τους μπροστά στη σταδιακή αποσάθρωση του εναπομείναντος κράτους δικαίου της χώρας, αλλά και απέναντι στην επικείμενη καταστροφή της οικονομίας.
Στις 27 Ιουνίου, ο Πρωθυπουργός της χώρας, Αλέξης Τσίπρας, ανακοινώνει τη διενέργεια δημοψηφίσματος. Μέσα σε λίγες μόνο ώρες, οι επιπτώσεις στην οικονομία της χώρας δεν έχουν προηγούμενο: κηρύσσεται τραπεζική αργία και ανακοινώνεται η επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων αδιευκρίνιστης διάρκειας. Οι άνθρωποι τρέχουν στα ΑΤΜ. Η κοινωνία χωρίζεται στη μέση, απέναντι σε ένα ερώτημα που όλοι ερμηνεύουν διαφορετικά — ακόμη και αυτοί που συμφωνούν. Μία χώρα αναγκάζεται να θυμηθεί τα ιστορικά εμφυλιοπολεμικά της πάθη, δίχως καν να συμφωνεί γιατί διαφωνεί. Η πλειονότητα της χώρας αποφαίνεται με ένα μεγάλο ΟΧΙ στο νέο Μνημόνιο που προτείνουν οι εταίροι της χώρας.
Δευτέρα 13 Ιουλίου. Μετά από μία πολύωρη Σύνοδο Κορυφής, ο Πρωθυπουργός της χώρας καταλήγει σε συμφωνία μαζί με τους δανειστές, και πολύ γρήγορα ανακοινώνεται ένα νέο πακέτο βοήθειας για τη χώρα. Μαζί με το πακέτο βοήθειας, έρχεται και ένα νέο Μνημόνιο. Αυτό που πολεμούσε ο ΣΥΡΙΖΑ για χρόνια πριν εκλεγεί κυβέρνηση. Αυτό στο οποίο αντιτάχθηκε για περίπου έξι μήνες αφότου ανέλαβε τα ηνία της χώρας. Αυτό στο οποίο αντιτάχθηκε και στο ίδιο το δημοψήφισμα, και αυτό που κατά πλειοψηφία απέρριψε ο ελληνικός λαός.
Και κάπου εδώ τελείωσαν τα ψέματα.
Πολύ εύλογα θα πει κάποιος: «Μα καλά, σε τι χρησιμεύει αυτή η σύντομη αναδρομή; Λίγο-πολύ, άλλωστε, όλοι γνωρίζουν τη σειρά των γεγονότων».
Η απάντηση είναι απλή: η αποδοχή —και, στη συνέχεια, η ψήφιση— από τον ΣΥΡΙΖΑ του Τρίτου Μνημονίου σηματοδοτεί την κορυφή του εθνικολαϊκιστικού βουνού στο οποίο ανεβαίναμε ως χώρα, τόσα χρόνια, όλο και ψηλότερα. Σηματοδοτεί την αρχή του σταδιακού κατήφορου από αυτό το λόφο ψευδαισθήσεων, εύκολων ψεμάτων, αποφυγής σκληρών (πλην αναγκαίων) λύσεων.
Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των Εκλογών της Κυριακής, το παραμύθι στο οποίο γαλουχήθηκε σύσσωμη η ελληνική κοινωνία —τόσο από τα κόμματα του προηγούμενου status quo, όσο και από τα περιθωριακά κόμματα που μεταπήδησαν στο κέντρο της πολιτικής σκηνής κατά τη διάρκεια της Κρίσης— ήρθε στο τέλος του.
Αυτό σημαίνει πως θα καταφέρουμε να ξεφύγουμε από τα κοινωνικά, πολιτικά, και οικονομικά αδιέξοδα στα οποία οδηγηθήκαμε αυτά τα χρόνια; Όχι απαραίτητα. Αυτό θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική δυναμική που θα σχηματιστεί μετά τις Εκλογές, και δεν μπορεί κανείς εύκολα να το προδικάσει.
Φτάσαμε, όμως, σε μία ιστορική καμπή του τόπου: στην εποχή που ο εθνικολαϊκισμός στη χώρα ξεπέρασε τα όρια που τον κρατούσαν ζωντανό. Από εδώ και πέρα, υπάρχει μόνο μέλλον μπροστά μας. Πολλές δυσκολίες, μεγάλα εμπόδια.
Αλλά κυρίως: μέλλον.
© φωτ. Viorel Popescu (2010)