Οι δομές της ανεπάρκειας

L
Όλγα Σελλά

Οι δομές της ανεπάρκειας

«Ορκίστηκα να μην το πω. Δεν ορκίστηκα να μην το γράψω», έλεγε η Μίτση Κωνσταντάρα σε μια από τις ατελείωτες ατάκες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Στην προκειμένη περίπτωση, μας είπαν να μην μπούμε στα hot spot και στις δομές φιλοξενίας προσφύγων ως δημοσιογράφοι — δεν μας είπαν να μην μπούμε ως εθελοντές πολίτες.

Έτσι, το Σάββατο το μεσημέρι, ένα ακόμα ηλιόλουστο, εντελώς ανοιξιάτικο Σάββατο, ξεκινήσαμε με τη συνάδελφο και φίλη Στέλλα για το Ελληνικό. «Δομή Ελληνικού» το λένε πλέον. Είχαμε ήδη ενημερωθεί ότι χρειάζονται περισσότερο απορρυπαντικά, χλωρίνες, σακούλες απορριμμάτων, γάντια. Κι αυτά ακριβώς είχαμε στις σακούλες μας στο πορτ-μπαγκάζ.

Στρίβοντας από την παραλιακή αριστερά, στο ίδιο φανάρι όπου για πολλά χρόνια στρίβαμε όταν επρόκειτο να ταξιδέψουμε, μπήκαμε στον χώρο των εγκαταστάσεων του παλιού αεροδρομίου. Κάποιες παρέες προσφύγων βάδιζαν από δω κι από κει. Ένας περίπατος στον καθαρό αέρα, λίγο τρέξιμο για τα παιδιά· σκότωμα του χρόνου, του ατέλειωτου χρόνου τους, ήταν. Ρωτήσαμε τους άνδρες σε ένα περιπολικό πού ακριβώς έπρεπε να πάμε για να παραδώσουμε τις προμήθειές μας. Μας είπαν. Από ένα σημείο και ύστερα άνοιγαν κάποιες πόρτες σε περιφραγμένους χώρους και εκεί έμπαιναν μόνο όσα αυτοκίνητα ήταν των εθελοντών, ή των πολιτών που έφερναν προμήθειες.

Στο πρώτο κτίριο, στις παλιές αποθήκες του αεροδρομίου, είδαμε πολλά αυτοκίνητα παρκαρισμένα απέξω. «Εδώ είναι», είπαμε. Μας ενημέρωσαν όμως ότι εκεί ήταν η δομή για τον Πειραιά. «Για το Ελληνικό, θα πάτε στο τελευταίο γυάλινο κτίριο», πρόσθεσαν. Ξεκινήσαμε πάλι. Κι εκεί, λίγο πριν από την είσοδο, κάποια αυτοκίνητα παρκαρισμένα, ένα βουνό από σακούλες σκουπιδιών και δεμένες σακούλες σουπερμάρκετ, χρησιμοποιημένα και κατεστραμμένα χαρτόκουτα.

Βρήκαμε κάποιον και μας εξήγησε πού να πάμε τα πράγματα που φέραμε. Μας βοήθησε μάλιστα και να τις μεταφέρουμε. Μπαίνοντας στον χώρο, έναν τεράστιο χώρο με διάφορους, επίσης τεράστιους υποχώρους, είδαμε μιαν άλλη πραγματικότητα. Είδαμε στοιβαγμένη την προσφορά των πολιτών, από όλη την Ελλάδα. Και είδαμε να υπάρχουν ελάχιστοι άνθρωποι για να τακτοποιήσουν, να παραλάβουν και να διανείμουν όπως πρέπει και όπου χρειάζεται όλον αυτό τον όγκο της προσφοράς.

Κοιταχτήκαμε στα μάτια με τη Στέλλα. Δεν το σκεφτήκαμε δεύτερη φορά. «Θα μείνουμε να βοηθήσουμε λίγο», ήταν η βουβή συμφωνία. Μπήκαμε σε ένα μικρότερο χώρο, όπου τρεις-τέσσερις γυναίκες, εθελόντριες, ταξινομούσαν τα φάρμακα όπως στα φαρμακεία. Με αλφαβητική σειρά. Στον ίδιο χώρο, έξοχα τακτοποιημένα ήταν και τα είδη ατομικής υγιεινής: σαμπουάν, αφρόλουτρα, σφουγγάρια, οδοντόκρεμες, οδοντόβουρτσες. Δούλευαν από το πρωί, σχεδόν είχαν τελειώσει. Και είχαν κάνει σπουδαία δουλειά.

Δεν συνέβαινε το ίδιο και στους άλλους χώρους. Ατέλειωτες σακούλες και χαρτόκουτα, σε έναν άλλο χώρο απορρυπαντικά και είδη καθαριότητας, περίμεναν κάποιον να βρεθεί να τα τακτοποιήσει κι αυτά. Και φυσικά να τα διοχετεύσει στις διάφορες άλλες «δομές», ελέγχοντας τι χρειάζεται και πού. Αυτό δεν σημαίνει οργάνωση; Αυτό δεν σημαίνει κοινή λογική;

Ρωτήσαμε πού έπρεπε να πάμε για να βοηθήσουμε. Μας έστειλαν σε έναν διπλανό, αχανή χώρο, που είχε μόνο ρούχα. Απίστευτες ποσότητες ρούχων. Καλοκαιρινά, χειμωνιάτικα, αντρικά, γυναικεία, παιδικά. Και παπούτσια, εκατοντάδες ζευγάρια παπούτσια. Και δυο γυναίκες όλες κι όλες. Είχαν έρθει στο Ελληνικό από τη Νίκαια, είχαν φέρει μαζί τους μαρκαδόρους για να γράφουν στις κούτες, και πάλευαν να τακτοποιήσουν κατά είδος αυτό τον τεράστιο όγκο. Η ομάδα έγινε τετραμελής. Κάτι κάναμε στις δυόμισι περίπου ώρες που μείναμε εκεί.

Συμπέρασμα: Το απλό, το απλούστατο. Οι εθελοντές υπάρχουν· όχι ότι δεν χρειάζονται περισσότεροι. Αυτό που χρειάζεται όμως πολύ, πάρα πολύ, πρωτίστως, χθες, είναι μια ομάδα συντονισμού και διαχείρισης όλου αυτού του τεράστιου υλικού για τους χιλιάδες πρόσφυγες. Ένας φορέας που θα λειτουργεί και θα συντονίζει τους δεκάδες εθελοντές. Όση ώρα βρεθήκαμε στο Ελληνικό, έφτασαν πρόσκοποι από την Κέρκυρα και από τη Χαλκίδα. Οι περισσότεροι δεν ήξεραν τι να κάνουν και στέκονταν περιμένοντας. Αυτό είναι το μεγάλο έλλειμμα σήμερα.

Φεύγοντας από το Ελληνικό, ούτε η Στέλλα ούτε εγώ ήμασταν σίγουρες ότι οι σακούλες με τα πορτοκάλια ή με τις φραντζόλες το ψωμί θα πήγαιναν στην ώρα τους εκεί όπου έπρεπε να πάνε. Γιατί δεν είδαμε καμία τέτοια ΔΟΜΗ. Κι αυτό είναι το μεγάλο έλλειμμα. Υπάρχει επάρκεια αλληλεγγύης, υπάρχει επάρκεια προσφοράς αγαθών. Το μεγάλο έλλειμμα είναι μόνο ο σχεδιασμός. Ο κεντρικός σχεδιασμός.

Κι αυτό δεν είναι δουλειά των εθελοντών.