Η ισορροπία του ζογκλέρ
Τους παρατηρώ πολλές φορές, περνώντας από πλατείες ή παρκάκια, αφοσιωμένους σε μία μόνιμη πρόβα ενώπιον ενός τυχαίου κοινού, που πολλές φορές δεν τους προσέχει καν, οι ματιές των περαστικών συνήθως γλιστρούν από πάνω τους, σαν να μην αντικρίζουν παρά ένα ακόμη στοιχείο του αστικού καμβά, σαν να μην πρόκειται για ανθρώπους που σωματοποιούν μία καλλιτεχνική έκφραση αλλά για κτίρια, για φανάρια σε διάβαση πεζών.
Ο ζογκλέρ είναι κατά βάση ισορροπιστής, προσπαθεί να βρει τον ρυθμό που θα τον κρατήσει όρθιο πάνω σε δύο ασταθείς τροχούς, να μην αφήσει τις φλόγες να ξεφύγουν από τα χέρια του, να καταφέρει να συνυπάρξει με τον κίνδυνο, να έρθει σε κάποιου είδους συνεννόηση με τη φυσική αστάθεια των πραγμάτων, παραμένοντας ταυτόχρονα ψύχραιμος και στιβαρός. Ο διάσημος Γάλλος ακροβάτης Φιλίπ Μενάρ είχε πει ότι ο ζογκλέρ γίνεται ποιητής όταν το κοινό έχει ξεχάσει ότι είναι ζογκλέρ. Η ουσία της κίνησης πρέπει να υπερβεί τον ίδιο τον φορέα της και να επικοινωνήσει απευθείας με τον αποδέκτη της, όπως στην αρχιτεκτονική, όπου το ίδιο το κτίριο του μουσείου δεν πρέπει να είναι πιο επιβλητικό από τα εκθέματά του γιατί τότε αποτυγχάνει να προβάλει το πλαίσιο της τέχνης που του έχει ανατεθεί να φιλοξενήσει και επιδεικνύει κυρίως τον εαυτό του — μία αφόρητη επίδειξη αυτοαναφορικότητας.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν αποβεί ένα κοινωνικά αποδεκτό πλαίσιο δημόσιας αυτοαναφορικότητας, με τον καθένα από εμάς να προβάλλει τον εαυτό του σαν ζογκλέρ της καθημερινότητας, που ισορροπεί ανάμεσα σε ληξιπρόθεσμες οφειλές, ερωτικές απογοητεύσεις, εργασιακές αγωνίες και οικογενειακά τραύματα. Κάθε προσωπική ιστορία, σε μέγεθος status update, μπορεί να συγκινήσει το διαδικτυακό κοινό, να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις μαζικής ενσυναίσθησης, να τονώσει μία εύθραυστη «ψυχολογία», αλλά και να ενισχύσει την εξάρτησή της από την επιδοκιμασία των πολλών.
Ο πραγματικός ζογκλέρ, όμως, οφείλει να καταστήσει τον εαυτό του αόρατο και ταυτόχρονα να αναδείξει τη δυναμική της προβαλλόμενης performance που συνεχώς προσπαθεί να τελειοποιήσει μπροστά στα μάτια των θεατών. Η ταύτιση του θεατή με την εξισορρόπηση καταστάσεων μη ισορροπίας τον οδηγεί να αισθανθεί την αγωνία και του ίδιου του ζογκλέρ, κάθε φορά που η μπάλα πάει να πέσει στο έδαφος, κάθε φορά που η φωτιά κοντεύει να τσουρουφλίσει την μπουκλωτή κόμη που ανεμίζει πλάι της.
Κι εκείνη ακριβώς τη στιγμή που οι αγωνίες, τα εμπόδια και οι ματαιώσεις που βιώνουμε όλοι μας αποκτούν μία απτή αίσθηση ισορροπίας, τότε επιτέλους η γλώσσα του ζογκλέρ γίνεται πλήρως κατανοητή, γίνεται η δική μας γλώσσα.