Οι δίδυμες λέξεις
Οι λέξεις χρησιμοποιούνται με πολλούς τρόπους. Με πολλούς, πολύπλοκους και δημιουργικούς τρόπους, οι λέξεις συνδέονται με τα πράγματα και τις καταστάσεις του κόσμου. Ποιου κόσμου όμως; αναρωτιόμαστε. Αφού υπάρχουν κόσμοι «εκεί έξω» και κόσμοι «μέσα στο κεφάλι μας» — δεν υπάρχουν; Αναζητώντας απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα, οι φιλόσοφοι είχαν την ιδέα να χρησιμοποιήσουν νοητικά πειράματα. Σε ένα «νοητικό πείραμα» διατυπώνεται μια υποθετική κατάσταση που δηµιουργεί µία εντύπωση και οδηγεί σε ένα συμπέρασμα (συχνά «αυτονόητο») σχετικά με το τι είναι, τι µπορεί ή τι πρέπει να είναι ορισμένες έννοιες ή σκέψεις ή προτάσεις κ.ο.κ. Ο πειραματιστής φιλόσοφος επιστρατεύει τη λογική και προτείνει a priori επιχειρήµατα για τη δοµή και τη λειτουργία του νου, με βάση τη διαίσθηση και το παράδειγµα. Με άλλα λόγια, παρατηρεί τη νοητική συµπεριφορά και διατυπώνει ένα λογικό επιχείρηµα για να την αποδώσει σε κάποια νοητική δοµή ή λειτουργία.
Ένα ενδιαφέρον νοητικό πείραμα διατύπωσε και ένας από τους πιο σημαντικούς σύγχρονους φιλοσόφους, ο Hilary Putnam, που πέθανε πριν λίγες ημέρες. Ο Putnam έχει γράψει για τη φιλοσοφία των μαθηματικών, για τη λογική, για τη φιλοσοφία της επιστήμης, για τη γνωσιολογία, για τη μεταφυσική, για τη φιλοσοφία της γλώσσας, για τη φιλοσοφία του νου κλπ., αλλάζοντας πολύ συχνά τις θέσεις του, τόσο που ο όψιμος φιλόσοφος να ασκεί σοβαρή κριτική στον πρώιμο εαυτό του! Το 1973, στο «Meaning and Reference», ο Putnam διατύπωσε το νοητικό πείραμα της Δίδυμης Γης, στο οποίο (αποδίδοντας εδώ αρκετά απλουστευτικά τα βασικά του επιχειρήματα) υποστήριξε ότι «οι σημασίες των λέξεων δεν βρίσκονται μέσα στο κεφάλι μας» («meanings’ just ain’t in the head»), αλλά εξαρτώνται από τον τρόπο με τον οποίο υπάρχουν τα πράγματα (τα φυσικά είδη) έξω από εμάς.
Υποθέτουμε λοιπόν ότι υπάρχει κάπου στο διάστημα ένας πλανήτης πανομοιότυπος με τη Γη, σε πανομοιότυπο περιβάλλον (και οι δύο περιστρέφονται γύρω από ένα άστρο κλπ.), στον οποίο αναφερόμαστε ως «Δίδυμη Γη». Εκεί υπάρχει ένα δίδυμο ισοδύναμο κάθε ατόμου και αντικειμένου που υπάρχει στη Γη — εκτός από το νερό, πανομοιότυπο του οποίου δεν υπάρχει στη Δίδυμη Γη. Αντ’ αυτού, οι λίμνες και τα ποτάμια της Δίδυμης Γης περιέχουν ένα υγρό επιφανειακώς όμοιο με το νερό της Γης, η χημική σύνθεση όμως του οποίου είναι πιο σύνθετη από αυτήν του νερού της Γης: το «ΧΥΖ». Οι Δίδυμοι Γήινοι που (υποστηρίζουν ότι) μιλούν «αγγλικά», αναφέρονται σε αυτό το υγρό με τον όρο «νερό» και η εμπειρία τους με το «νερό» είναι πανομοιότυπη με αυτήν των ανθρώπων της Γης με το νερό. Όμως, για μεν τους κατοίκους της Γης «νερό» σημαίνει τη σύνθεση Η2Ο, ενώ για τους κατοίκους της Δίδυμης Γης «νερό» σημαίνει μια διαφορετική σύνθεση: την ΧΥΖ. Άρα, η αναφορά της λέξης «νερό» όταν εκφέρεται από τον Δίδυμο Γήινο δεν είναι το Η2Ο αλλά το ΧΥΖ, και άρα διαφέρει από την αναφορά της ίδιας λέξης όταν αυτή χρησιμοποιείται από τον Γήινο. Συνεπώς, σύμφωνα με τον Putnam, το να ελέγξουμε μόνο την κατάσταση (ψυχολογική και εγκεφαλική) ενός ατόμου που μιλά για το «νερό» δεν επαρκεί για να προσδιορίσουμε σε τι ακριβώς πράγμα του κόσμου αναφέρεται ο όρος — θα πρέπει να εξετάσουμε το ιστορικό και το (φυσικό και κοινωνικό) περιβάλλον απόκτησης αυτής της γνώσης (ίσως πρέπει να μπούμε και μέσα στον εγκέφαλό του ατόμου…).
Η όλη επιχειρηματολογία στο νοητικό πείραμα της Δίδυμης Γης στηρίζεται στην αποδοχή της έννοιας του «δυνατού κόσμου», δηλαδή ενός κόσμου διαφορετικού από τον υπαρκτό (actual) κόσμο, ενός κόσμου που «δεν υπάρχει», αλλά που θα μπορούσε να υπάρχει. Βεβαίως, όπως σε όλα τα νοητικά πειράματα, πολλή κριτική ασκήθηκε στη δίδυμη Γη — κυρίως επειδή, όταν ένα τέτοιο πείραμα περιγράφει μια κατάσταση ριζικά διαφορετική από την «πραγματική» (ή αυτήν που θεωρούμε πραγματική), η διαίσθησή μας δεν είναι αξιόπιστη, αλλά κατευθύνεται προς το να αντιληφθεί αυτό που της επιβάλλουμε να αντιληφθεί· επομένως, ούτε και οι συναφείς φιλοσοφικοί μας συμπερασμοί είναι αξιόπιστοι. Εξάλλου και ο ίδιος ο Putnam άσκησε κριτική στο πείραμά του, επειδή, χρόνια αργότερα, το θεώρησε αντι-λειτουργιστικό.
Πάντως, συχνά τα επιχειρήµατα σε όλα τα νοητικά πειράματα φαίνονται τραβηγµένα και τα συµπεράσµατα κάπως αβάσιµα, αφού οι υποθέσεις τους βασίζονται σε ιδιαίτερα περιορισμένες αντιλήψεις του συστήματος που «μελετούν». Ωστόσο είναι χρήσιµα, διότι υποδεικνύουν το εύρος των φαινοµένων τα οποία θα πρέπει να εξηγεί επαρκώς µια αποδεκτή θεωρία, αλλά και διότι καθιστούν προφανείς ορισµένες ανεπάρκειες, ασάφειες ή αντιφάσεις στην ερµηνεία και περιγραφή των γλωσσικών και νοητικών συµπεριφορών. Επίσης, μας προσφέρουν κίνητρα και παραδείγματα για ενδιαφέρουσες νοητικές ασκήσεις στην καθημερινή μας ζωή. Με άλλα λόγια, ξεκινώντας από τον δικό μας κόσμο, αρχίζουμε παραδεχόμενοι ότι ένας άλλος κόσμος είναι δυνατός. Με βάση αυτή την υπόθεση εργασίας, και αφού αναρωτηθούμε αν μιλάμε με τον ίδιο τρόπο τα αγγλικά, μπορούμε στη συνέχεια να διερευνήσουμε αν ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός.
Και, μετά, το μόνο που θα απομένει θα είναι να διευκρινίσουμε σε ποιον κόσμο ζει ο καθένας από μας.
[ Σκίτσο: καρέ από το κόμιξ Επιστημονικής Φαντασίας των Oscar Lebeck και Alden McWilliams, Twin Earths (1952-63) ].