Το ύφος και το ήθος
Το 1985 τέτοια εποχή, γινόταν η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από τη Βουλή. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε αφήσει να εννοείται πως θα προτείνει και θα ψηφίσει για Πρόεδρο τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ανανεώνοντας έτσι τη θητεία του. Μέχρι και την τελευταία στιγμή, όλοι αυτό πίστευαν. Το Σάββατο 9 Μαρτίου, ανακοινώνει στην Κεντρική Επιτροπή του ΠΑΣΟΚ πως θα επιδιώξει αναθεώρηση του Συντάγματος μειώνοντας τις εξουσίες του Προέδρου, και, επειδή ο Καραμανλής, κατά τη γνώμη, του δεν θα συμφωνούσε, πρότεινε για Πρόεδρο τον Χρήστο Σαρτζετάκη. Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ έμειναν κυριολεκτικά ενεοί. Φυσικά, οι αντιδράσεις στη Νέα Δημοκρατία ήταν οι αναμενόμενες. Θεώρησαν την κίνηση Παπανδρέου καθαρή κοροϊδία. Ο Καραμανλής υπέβαλε την παραίτησή του στον Πρόεδρο της Βουλής την επομένη και αποχώρησε από το Προεδρικό Μέγαρο.
Η εκλογή Σαρτζετάκη με την τρίτη ψηφοφορία και 180 ψήφους ήταν εξόχως προβληματική. Τα περίφημα έγχρωμα ψηφοδέλτια και κυρίως η ψήφος Αλευρά ήταν τα δύο βασικότερα θέματα εγκυρότητας της ψηφοφορίας. Δεν είναι σκοπός αυτού του άρθρου να μπει σε λεπτομέρειες. Είναι άλλωστε γνωστά. Αυτό όμως που θα ήθελα να τονίσω είναι το εξής:
Τότε ο καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου Αριστόβουλος Μάνεσης άσκησε κριτική με ιδιαίτερο πάθος τόσο στα τεχνικά συνταγματικά θέματα, όπως η ψήφος Αλευρά, όσο και, κυρίως, στον τρόπο με τον οποίο ο Παπανδρέου διαχειρίστηκε την εξουσία. Δεν διαφώνησε με το σκεπτικό της απόφασης Παπανδρέου να μην ψηφίσει Καραμανλή στο όνομα μιας αντιδεξιάς ρητορικής και στο πλαίσιο αναθεώρησης του Συντάγματος. Διαφώνησε με την τακτική του Παπανδρέου πρώτα να αφήνει να εννοηθεί πως θα ψηφίσει Καραμανλή και μετά, λαϊκιστικά, να παίρνει την αντίθετη απόφαση. Τότε εισήγαγε στα ελληνικά πολιτικά πράγματα τη φράση, «Το ύφος και ήθος της εξουσίας». Υπάρχει και ένα σχετικό άρθρο του στην Αυγή με τίτλο, «Υφος και ήθος του προεκλογικού αγώνα» στις 2.6.1985.
Το «ύφος και ήθος» έγινε σημαία της ανανεωτικής αριστεράς (ΚΚΕ εσωτ.), στην οποία ανήκε ο Μάνεσης. Με άλλα λόγια, ο πολιτικός αγώνας δεν αρκεί να είναι δίκαιος και αποτελεσματικός, αλλά πρέπει να έχει ένα κατάλληλο ύφος και ήθος. Οι μετεξελίξεις του ΚΚΕ εσωτ. σε ΕΑΡ και Συνασπισμό ακολούθησαν την ίδια γραμμή της ηθικής ανωτερότητας και του διαφορετικού ύφους πολιτικού λόγου και πρακτικής. Πέρα όμως από τον στενό κύκλο της ανανεωτικής Αριστεράς, το σύνθημα για ύφος και ήθος της εξουσίας άγγιξε ένα ευρύτερο ακροατήριο του εκσυγχρονιστικού χώρου. Οι σημιτικοί, οι φιλελεύθεροι (με ή χωρίς εισαγωγικά) και γενικότερα ο εναλλακτικός φιλοευρωπαϊκός χώρος αντιμετωπίζουν και σήμερα την πολιτική με όρους «ύφους και ήθους». Με όρους δηλαδή κατά κύριο λόγο αισθητικής. Σίγουρα όχι όλοι, αλλά πολλοί. Μια ματιά στο Facebook είναι ενδεικτική.
Αυτά τα τριάντα χρόνια λοιπόν το «ύφος και ήθος» έγινε ένα άδειο σημαίνον που περιέχει τα πάντα εκτός από την πολιτική ως άσκηση και διαχείριση εξουσίας. Με άλλα λόγια, ως άσκηση βίας. Γιατί όμως η πολιτική ως άσκηση εξουσίας είναι άσκηση βίας; Η εξουσία έχει να κάνει με τη διαδικασία επιλογής ανάμεσα σε ατελείς λύσεις. Η διαδικασία αυτή είναι εξ ορισμού άσκηση βίας. Δεν μπορεί να είναι διαφορετικά. Η πολιτική λύση που επιλέγεται επιβάλλεται στις άλλες. Διαφορετικά, δεν υπάρχει κυβερνησιμότητα.
Στον αντίποδα αυτού βρίσκεται η αισθητική αντίληψη της πολιτικής: του ύφους και του ήθους. Αυτή είναι μια ελιτίστικη προσέγγιση της πολιτικής με βάση την οποία εμείς κρίνουμε τους άλλους. Αίφνης, δεν έχει σημασία τι λέει και τι κάνει ο άλλος, αλλά πώς το λέει και πώς το κάνει. Έτσι, η πολιτική έγινε επικοινωνία. Αν καταφέρεις να πείσεις πως έχεις το ηθικό πλεονέκτημα, αν έχεις το κατάλληλο ύφος, τότε μπορείς να υπερισχύσεις. Τότε ο κόσμος ταυτίζεται μαζί σου. Έτσι θα σε ψηφίσει για να κυβερνήσεις.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, πατώντας σε αυτή την παράδοση της ανανεωτικής Αριστεράς, της κυριαρχίας του ύφους και του ήθους στην πολιτική ως η προοδευτική απάντηση στη διαχείριση της εξουσίας, κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές. Ένα χρόνο τώρα προσπαθεί να κυβερνήσει χωρίς να διαχειριστεί την εξουσία. Αρκεί, κατά τη γνώμη τους, να κάθεσαι στην καρέκλα της εξουσίας με στιλ και ύφος. Η βία της εξουσίας όμως είναι αμείλικτη. Σε καλεί να δράσεις, να πάρεις αποφάσεις, να δώσεις λύσεις σε προβλήματα. Εκεί απέτυχαν ολοκληρωτικά. Και φυσικά σιγά-σιγά χάνουν το όποιο ύφος τους. Ή μάλλον το όποιο ύφος τους αρχίζει να φαίνεται γελοίο. Έτσι, δεν απομένει παρά το ήθος. Γι’ αυτό και η εμμονή τους με τον πόλεμο κατά της διαπλοκής και της διαφθοράς. Πρέπει να ισχυρίζονται συνεχώς και αδιαλείπτως πως έχουν ήθος — και πως οι άλλοι δεν έχουν.
Ό,τι και να συζητείται, η Αριστερά μιλά για ύφος και ήθος. Για οικονομία μιλάμε; Για ύφος και ήθος της εξουσίας μιλάει η Αριστερά. Για το Ασφαλιστικό μιλάμε; Για ύφος και ήθος της εξουσίας μιλάει η Αριστερά. Για το Μεταναστευτικό μιλάμε; Για ύφος και ήθος της εξουσίας μιλάει η Αριστερά. Για τις μεταρρυθμίσεις μιλάμε; Για ύφος και ήθος της εξουσίας μιλάει η Αριστερά. Σε όλη την περίοδο της μεταπολίτευσης, η Αριστερά πέρασε την άποψη πως η Δεξιά είναι αντιαισθητική και διεφθαρμένη. Έτσι ο λόγος της κυριάρχησε και εκτός των στενών ορίων της.
Σε αυτή την παγίδα πέφτει η φιλοευρωπαϊκή και εκσυγχρονιστική αντιπολίτευση. Τη στιγμή που η χώρα καταστρέφεται, προσπαθεί με επικοινωνία να κερδίσει τις επερχόμενες εκλογές. Δεν γίνεται έτσι. Στην πολιτική υπάρχουν στρατηγικοί στόχοι και τακτικές κινήσεις για την επίτευξή τους. Οι τακτικές κινήσεις είναι αποτέλεσμα επιλογής ανάμεσα σε ατελείς λύσεις, που όμως επιβάλλονται με αποφασιστικότητα. Δεν είναι ασκήσεις ύφους. Ιδίως σε μια περίοδο βαθύτατης κρίσης σε όλα τα επίπεδα, όπως η σημερινή. Το εκλογικό σώμα θέλει να πειστεί πως έχεις τις λύσεις και πως μπορείς να τις επιβάλεις.
Τα άλλα παρέλκουν πια.