Το δαχτυλίδι

P
Ρηγούλα Γεωργιάδου

Το δαχτυλίδι

«Λύπη, ντροπή, ενοχές, παραίτηση, απογοήτευση κυριαρχούν σήμερα στην ψυχή του κόσμου της Αριστεράς στην Ελλάδα. Όταν από παράδοση ζωγράφιζαν μέσα στην καρδιά τους την Αριστερά με ένα φωτοστέφανο, που εξέφραζε τον ενθουσιασμό, το όραμα, το πάθος, την πίστη, την αθωότητα».

 

Δεν θα ήταν η πρώτη φορά που ακούγονται ή λέγονται αυτά τα λόγια. Όμως, όσο συχνά κι αν τα ακούει ή τα λέει κανείς, έχουν άλλη βαρύτητα, ρίχνουν άλλη σκιά όταν τα ξεστομίζει αυτός που θα μπορούσε ακόμα και να θεωρηθεί ο αρχικός υπεύθυνος. Ο αυτουργός. Όμως θα μπορούσε να ξέρει; Θα μπορούσε να προβλέψει πως τα πράγματα θα έφταναν εδώ που έφτασαν; Αν πιστέψουμε τα λεγόμενά του —και δεν έχουμε κανένα λόγο να μην τα πιστέψουμε—, γίνεται φανερό ότι κατά μία έννοια η πιο οδυνηρή έκπληξη αφορά τον ίδιο.

Αν διαβάσει κανείς την τοποθέτηση του Αλέκου Αλαβάνου στη συνδιάσκεψη της ΛΑΕ, μένει ενεός με το πώς τα φέρνει η ρημάδα η ζωή: ακολουθώντας ένα σενάριο που θα ζήλευαν ακόμα και οι αρχαίοι τραγικοί, ο Αλέξης διαπράττει, από νωρίς ήδη, την αρχετυπική πατροκτονία διαγράφοντας τον πατερούλη που του έδωσε το δαχτυλίδι και τραβώντας τον δρόμο του, τον ίδιο δρόμο που, εκόντες άκοντες, ακολουθούν και οι πολίτες αυτής της χώρας. Άλλωστε, αυτοί ήταν που του έδωσαν την εντολή, και ούτε καν μία και δύο, αλλά τρεις φορές μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα.

Αφήνοντας κατά μέρος το ερώτημα, Ποια ακριβώς ήταν η εντολή που του έδωσαν και με τι τρόπο την πραγματώνει, μιας και δεν είναι της παρούσης, παρακολουθούμε τον πικρό και οργισμένο λόγο με τον οποίο ο —διαψευσμένος, απογοητευμένος, προδομένος— πατέρας αποδομεί, απαξιώνει και απορρίπτει (αποκληρώνει συμβολικά) τον μονογενή υιό, διαγράφοντάς τον μονοκοντυλιά από τα κατάστιχα της πατρικής εύνοιας και εκτοπίζοντάς τον αυτομάτως στη θέση του ασώτου.

Και δεν σταματά εκεί· δεν αρκείται στο να τον ταυτίσει με τον ιδεολογικό εχθρό, τον αιώνιο αντίπαλο, και έτσι, συμβολικά, να τον εκμηδενίσει. Σε μια αποστροφή του λόγου του, ούτε λίγο ούτε πολύ, προτρέπει σε λιντσάρισμα του άλλοτε περιούσιου υιού: «Να φύγει με πίσσα και πούπουλα», έστω κι αν αμέσως μετά σπεύδει να εξηγήσει ότι το εννοεί μεταφορικά: «Με την ηθική δηλαδή απαξίωση που έφυγαν Παπανδρέου και Σαμαράς».

Από πού ξεκίνησε αυτό το κακό («…πρέπει να το αποδεχτούμε, έχει γίνει τερατογένεση: η κυβέρνηση Τσίπρα») και πώς φτάσαμε ως εδώ; Και, κυρίως, τι μπορεί να γίνει;

Σύμφωνα πάντοτε με τον Α. Αλαβάνο (και σ’ αυτό δεν έχει απολύτως άδικο), «Η ευθύνη δεν ανήκει μόνο στον πρωθυπουργό. Είναι ευθύνη όλων όσων ενεργοποιούνται σήμερα μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, πρώτα από όλα των βουλευτών του: καθηγητές πανεπιστημίου με ηθικολογικά κηρύγματα, συνδικαλιστές με κραυγαλέες αντιμνημονιακές ομιλίες, δημοσιογράφοι με φλογερά γραπτά ενάντια σε κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας, ψηφίζουν σήμερα χωρίς ίχνος αιδούς μνημονιακές ρυθμίσεις χειρότερες από τις προηγούμενες κυβερνήσεις».

Αν και μπορεί να διατηρεί κανείς επιφυλάξεις για τον επιμερισμό των ευθυνών, η ουσία είναι μία: η Αριστερά, αυτή που γνωρίζουμε τέλος πάντων, απώλεσε οριστικά το φωτοστέφανο, που εξέφραζε τον ενθουσιασμό, το όραμα, το πάθος, την πίστη, την αθωότητα αποκλειστικά με δική της ευθύνη. Ο Α. Αλαβάνος δεν πέφτει καθόλου έξω στην περιγραφή της κατάστασης, στον τρόπο που πολιτεύεται ο Α. Τσίπρας και αναφορικά με τα μέτρα που παίρνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, μέτρα που δεν είχαν τολμήσει να πάρουν οι προηγούμενοι. Ώς εκεί θα μπορούσε να συμφωνήσει κανείς μαζί του. Ακόμα και να τον συμπονέσει για την τραγική εξέλιξη εκείνης της μοιραίας απόφασής του να παραδώσει το δαχτυλίδι στον Α. Τσίπρα.

Όμως αμέσως κατόπιν σπεύδει να δηλώσει πως υπάρχει εναλλακτική λύση στην ντροπή και το έγκλημα του γιου — την τερατογένεση, όπως την αποκαλεί. Δυστυχώς, είναι μια εναλλακτική λύση που, όσοι γνωρίζουν τις ιδέες και τις θέσεις του, ξέρουν ότι είναι τρεις φορές χειρότερη από το έγκλημα. Είναι οι ίδιες ιδέες και θέσεις που έσπρωξαν αρκετούς συμπολίτες μας να γιουχάρουν τον πρωθυπουργό και τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ την ημέρα του Πολυτεχνείου. Και, από αυτή την άποψη, ίσως το τραγικότερο όλων, ακόμα κι απ’ αυτή την απολεσθείσα αθωότητα και το ξεθωριασμένο φωτοστέφανο της Αριστεράς, είναι το ότι μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων, των ενεργών πολιτών με άλλα λόγια, συνεχίζει να ζει μέσα στην άρνηση.