Ανάξιος εραστής

L
Ειρήνη Αγαπηδάκη

Ανάξιος εραστής

Το Ποτάμι εμφανίστηκε δίκην σωσιβίας λέμβου που θα μπορούσε να σηκώσει το βάρος των μεταρρυθμίσεων μαζί με τους μεταρρυθμιστές, για να τους περάσει, από την όχθη της αυτο-απορρόφησης, απέναντι: σε εκείνη της εξωστρέφειας. Αυτό αποτέλεσε πόλο έλξης για πολλούς αξιόλογους ανθρώπους του φιλοευρωπαϊκού μεταρρυθμιστικού χώρου, οι οποίοι πραγματικά πίστεψαν ότι το Ποτάμι θα μπορούσε να αποτελέσει το όχημα για την εφαρμογή του Μνημονίου, την επανεκκίνηση της οικονομίας και την αλλαγή της πορείας της χώρας. Πολλοί από αυτούς ακολούθησαν το ρεύμα και «μπήκαν στο Ποτάμι». Ο γάμος μεταρρυθμιστών και Σταύρου Θεοδωράκη φαινόταν να προκύπτει λίγο από έρωτα, λίγο από συνοικέσιο. Οι προθέσεις ήταν ξεκάθαρες εκατέρωθεν — αυτό που παρέμενε θολό ήταν η ατζέντα.

Δυστυχώς, ο Σταύρος Θεοδωράκης ξεκίνησε με μεγάλες προσδοκίες, τις οποίες δεν κατάφερε να ικανοποιήσει. Έθεσε εαυτόν πρωταγωνιστή, αλλά το έργο κατέβηκε γρήγορα· το ποσοστό που έλαβε στις τελευταίες εκλογές ήταν συντριπτικό. Να φταίει άραγε ο πρωταγωνιστής, το casting στους δεύτερους ρόλους, ή το θέατρο στο οποίο ανέβηκε το έργο; Φαντάζομαι, θα αποφανθούν τα ίδια τα στελέχη του Ποταμιού. Για όσους όμως είδαν το έργο όταν το ανέβαζε η ΔΗΜΑΡ, η συνέχεια μάλλον δεν κρύβει εκπλήξεις.

Το Ποτάμι έκανε ζημιά, διπλή και σοβαρότατη. Η πρώτη σχετίζεται με τον κατακερματισμό του «μεσαίου» φιλοευρωπαϊκού χώρου. Ενώ, από τη μία, διεκδίκησε τη συσπείρωση και την ανασύσταση του Κέντρου, από την άλλη, αρνήθηκε κάθε συνεργασία με τα υπόλοιπα κόμματα που ανήκουν σε αυτό, κατηγορώντας τα μάλιστα ως φορείς του «παλιού». Το «παλιό» οριοθετήθηκε κάπως από τους γνωστούς -ισμούς (πελατειασμό, λαϊκισμό), παραμένοντας ωστόσο αρκετά νεφελώδες , ώστε να μπορεί ανά πάσα στιγμή να εξυπηρετεί την αντιπολιτευτική τακτική προς τα φιλοευρωπαϊκά κόμματα. Ακόμη χειρότερα, το Ποτάμι απηύθυνε στο ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βενιζέλου, που εισέπραξε ατόφιο το πολιτικό κόστος τής (όποιας) εφαρμογής του Μνημονίου, κατηγορίες που άρμοζαν στα πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ που μετακόμισαν στον ΣΥΡΙΖΑ και προετοίμασαν συστηματικά την κοινωνικοπολιτική παρακμή της χώρας.

Με μιαν άλλη ανάγνωση, όταν προσεγγίζεις κάποιον «ερωτικά», δημιουργικά, με στόχο την ένωση σε ένα συμβολικό επίπεδο, είσαι αναγκασμένος να τον αγγίξεις, να συγχρωτιστείτε, να ανταλλάξετε σκέψεις, συναισθήματα και σωματικά υγρά. Σε αυτό το επίπεδο, το Ποτάμι είτε επιδίωξε μία «ερωτική» επαφή με τα κόμματα του Κέντρου —επαφή που κινήθηκε σε φαντασιακό επίπεδο, ενώ, όταν ήρθε η ώρα της πραγματικότητας, ο «νυμφίος» αποφάσισε ότι η «νύφη» δεν του κάνει γιατί η προίκα δεν ήταν αρκετή—, είτε φέρθηκε σαν εκείνους τους εραστές που τάζουν μεν πολλά, αλλά δεν φτάνουν ποτέ στην καθαυτό πράξη φοβούμενοι τη διάψευση ή, ακόμη χειρότερα, τον «αφανισμό», καθώς προβάλλουν στον Άλλο την ανάγκη που έχουν οι ίδιοι: να τον εξαφανίσουν μέσω της «συγχώνευσης». Ο Σταύρος Θεοδωράκης θα κάνει «άνοιγμα» στα στελέχη του ΠΑΣΟΚ μόνο αν το ΠΑΣΟΚ διαλυθεί. Έτσι θα είναι σίγουρος ότι θα είναι εκείνος που «συγχωνεύει» και όχι αυτός που «συγχωνεύεται». Σε κάθε περίπτωση, το «ερωτικό» στοιχείο του Ποταμιού αποτελεί εργαλείο εκμετάλλευσης και όχι πραγματική επιθυμία για δημιουργική συνάντηση με τον Άλλο, γιατί η κρυφή ατζέντα του Σταύρου Θεοδωράκη είναι η πρόσβαση στην εξουσία. Εξ ου και η αμφιθυμία του με τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο ηγέτης του Ποταμιού ξέρει πολύ καλά τι είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η λαχτάρα του για εξουσία δεν του επιτρέπει να κατανοήσει ποιος είναι ο Τσίπρας. Δυστυχώς (;) για το Ποτάμι, φαίνεται τελικά ότι ο πρωθυπουργός δεν είναι τόσο εύκολα χειρίσιμος.

Η άλλη ζημιά που έκανε και εξακολουθεί να κάνει το Ποτάμι είναι ότι με την πολιτική που ακολουθεί υπονομεύει την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. Η στάση του στο πρόσφατο δημοψήφισμα αποδεικνύει ότι η όχι και τόσο άδηλη ατζέντα της συμμετοχής του στην εξουσία τίθεται πάνω από καθετί άλλο. Το Ποτάμι επανέλαβε και εδώ την τακτική του «ιδανικού κι ανάξιου εραστή». Στην καμπάνια τού «Μένουμε Ευρώπη», παρά την υπονομευτική τακτική της ηγετικής ομάδας, σύρθηκε από τα μέλη του. Στην καμπάνια τού «ΝΑΙ», στην οποία του είχε ανατεθεί πρωτεύων ρόλος από τα υπόλοιπα κόμματα, κράτησε αμφίσημη θέση, προτείνοντας η διαχείριση της νίκης τού «ΝΑΙ» να ανατεθεί στον Τσίπρα. Επιπλέον, έδρασε καταλυτικά, από την επόμενη κιόλας ημέρα του δημοψηφίσματος, ώστε να παραδοθεί και το 39% του «ΝΑΙ» στον πρωθυπουργό, και δη άνευ όρων. Ο ίδιος ο Σταύρος Θεοδωράκης αναγόρευσε τον Τσίπρα σε ηγεμόνα της πολιτικής κατάστασης. Το Ποτάμι συνεχίζει να καπηλεύεται το ευρωπαϊκό διακύβευμα προσφέροντας κάλυψη στον πρωθυπουργό (όπως με το πρόσφατο νομοσχέδιο για τα ΜΜΕ), με άλλοθι την κρίσιμη κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα —με το ένα πόδι δηλαδή εκτός ΕΕ—, ενώ την ίδια στιγμή στηρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος νομοτελειακά οδηγεί τη χώρα εκτός ΕΕ ή, έστω, εντός, αλλά σε κατάσταση παρόμοια με εκείνη του «κλινικά νεκρού».

Ο Σταύρος Θεοδωράκης έχει φτιάξει ένα τόσο προσεκτικά δομημένο αντιφατικό πλαίσιο ρητορείας και δράσης, που φαίνεται αδύνατον να ξεφύγει από αυτό. Έχει εγκλωβιστεί σε έναν φαύλο κύκλο, όπου η μοναδική πιθανότητα ανάληψης εξουσίας περνά από τον ΣΥΡΙΖΑ, και η στήριξη στον ΣΥΡΙΖΑ είναι αναπόφευκτη για να καταστεί εφικτή η επιβίβαση στο άρμα της εξουσίας.

Δεν ξέρουμε αν όντως ο Σταύρος Θεοδωράκης θα μπορούσε να επιμείνει στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων όντας σε μια συγκυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Οι αντιδράσεις των στελεχών του Ποταμιού και το πολιτικό κόστος από τη δυσαρέσκεια των πολιτών θα απειλούσαν την πρώτη προτεραιότητα του ηγέτη του: τη διατήρηση της εξουσίας. Ίσως αυτό να αποτελεί και τον βασικό κοινό τόπο Αλέξη Τσίπρα και Σταύρου Θεοδωράκη, και μάλιστα σε αναλογία με τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και του Ποταμιού: οι μεν ακολουθούν τον Τσίπρα επειδή πιστεύουν ότι θα εγκαθιδρύσει ένα είδος «μαρξιστικού κράτους», και οι δεύτεροι τον Θεοδωράκη επειδή θεωρούν ότι θα υπερασπιστεί όντως τις μεταρρυθμίσεις.

Σε κάθε περίπτωση, κανείς δεν (πρέπει να) αγνοεί τις βασικές επιδιώξεις τού εκάστοτε ηγέτη.