Bigger than life

L
Ευτύχης Βαρδουλάκης

Bigger than life

Το 2003, σε ψηφοφορία του BBC στην οποία μετείχαν 1 εκατομμύριο άνθρωποι, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ ψηφίστηκε ως η σημαντικότερη προσωπικότητα στην ιστορία της Βρετανίας. Η πρώην υπουργός Μο Μόουλαμ, που υποστήριξε την υποψηφιότητά του στον διαγωνισμό, είχε δηλώσει: «Αν η Βρετανία —η εκκεντρικότητά της, η μεγάλη της καρδιά, η δύναμη του χαρακτήρα της— πρέπει να συνοψισθεί σε ένα άτομο, αυτός πρέπει να είναι ο Ουίνστον Τσόρτσιλ». Η αλήθεια είναι ότι ο Ουίνστον δύσκολα θα μπορούσε να είναι οποιασδήποτε άλλης εθνικότητας. Είναι γέννημα-θρέμμα της βρετανικής αριστοκρατίας. Της τάξης εκείνης που, μέσα από τη συχνά αλαζονική αυτοαναφορικότητά της, εκπαιδεύεται στον σαρκασμό, το κυνικό χιούμορ, την απόμακρη φλεγματικότητα, την αξία τού —ενίοτε εκκεντρικού— στυλ.

Η πολιτική σταδιοδρομία του Ουίνστον Τσόρτσιλ είναι πάνω-κάτω γνωστή. Πάνω από 60 χρόνια βουλευτής, σε εφτά διαφορετικά υπουργεία, με αλλαγές κομμάτων και μεγάλα σκαμπανεβάσματα. Αποτυχίες παταγώδεις, που έναν λιγότερο σπουδαίο άνδρα θα τον είχαν καταδικάσει σε πολιτική εξαφάνιση. Και, αφού επιβίωσε από την «πολιτική έρημο», βρέθηκε στην κατάλληλη θέση την πιο κρίσιμη ώρα. Συνεπής στο ραντεβού με τη μοίρα, αυτό για το οποίο ο ίδιος θεωρούσε ότι προετοιμάζονταν όλη του τη ζωή: ηγέτης σε καιρό πολέμου, να ορθώνει ανάστημα την πιο δύσκολη ώρα του πιο φρικτού πολέμου· να ανυψώνει το φρόνημα ενός ολόκληρου λαού, να αντιστέκεται, να κερδίζει την πρώτη μάχη, να δημιουργεί τη μεγάλη συμμαχία και εντέλει να κερδίζει επαξίως τον τίτλο του «Πατέρα της Νίκης».

Οι πολιτικές αποφάσεις του Τσόρτσιλ, οι στρατηγικές του επιλογές, οι εκπληκτικές ομιλίες του, οι ευφυείς ατάκες του, οι θρίαμβοι και τα λάθη του, είναι πάνω-κάτω γνωστά. Αυτό που δεν έχει φωτιστεί τόσο είναι κάποιες πτυχές του χαρακτήρα του. Οι καθημερινές του συνήθειες, η ανθρώπινη πλευρά του, οι δαίμονες με τους οποίους πάλευε. Σε αυτές τις πτυχές θα δώσουμε λίγη έμφαση.


Μέτριος μαθητής, φακιδιάρης και ψευδός

Ως μαθητής, ο Τσόρτσιλ ήταν μέτριος. Του άρεσαν τα μαθήματα αγγλικής λογοτεχνίας και ιστορίας, αλλά σε όλα τα άλλα ήταν μετριότατος. Στη στρατιωτική σχολή μπήκε με τη δεύτερη προσπάθεια. Όταν ήταν μικρός, είχε πολύ έντονα κόκκινα μαλλιά και άπειρες φακίδες, και έτρωγε σχετική καζούρα. Ήταν επίσης λίγο ψευδός. Τραύλιζε ελαφρά, αλλά κυρίως είχε πρόβλημα με την προφορά τού «σ», το οποίο προσπαθούσε να λύσει με ασκήσεις, όπως η επανάληψη της φράσης, «The Spanish ships I cannot see for they are not in sight». Τελικά, η άρθρωσή του δεν βελτιώθηκε ποτέ. Αλλά δεν τον εμπόδισε να εκφωνήσει μερικούς από τους σημαντικότερους λόγους στην παγκόσμια ιστορία.

 

Γενναίος και ριψοκίνδυνος

Ο Τσόρτσιλ ήταν γεννημένος πολεμιστής. Και κυνηγός της περιπέτειας. Μετά την αποφοίτησή του από τη στρατιωτική ακαδημία, πήρε μέρος στις στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Ινδία και το Σουδάν, επισκέφτηκε το Αφγανιστάν, πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Μπόερς κατά τον Νοτιαφρικανικό Πόλεμο, δραπέτευσε, έγραψε τις περιπέτειές του και έγινε γνωστός μέσα από αυτές. Κάλυψε σαν πολεμικός ανταποκριτής πολέμους στην Κούβα και αλλού. Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αν και είχε ήδη διατελέσει βουλευτής και υπουργός, ζήτησε και μετατέθηκε σε πολεμικό μέτωπο στη Φλάνδρα, όπου και πολέμησε ως αξιωματικός.


Έκανε τα πάντα με τον δικό του τρόπο

Όταν πρωτοπολιτεύτηκε, στην πρώτη του περιοδεία συνάντησε έναν ψηφοφόρο. «Τι ώρα ξυπνάτε, κύριε Τσόρτσιλ;» τον ρώτησε εκείνος. «Στις 10», απήντησε ο Ουίνστον. «Εγώ στις 6. Πιστεύετε ότι έχουμε πολλά κοινά εμείς οι δύο;» απάντησε ο ψηφοφόρος, και ο συνήθως ετοιμόλογος Ουίνστον έμεινε κάγκελο… Η αλήθεια είναι ότι Τσόρτσιλ ήταν εργασιομανής, αλλά το έκανε με το δικό του στυλ. Ξυπνούσε αργά και καθόταν αρκετές ώρες στο κρεβάτι διαβάζοντας τα έγγραφά του. Πήγαινε στο γραφείο του κατά τη μία. Μετά το μεσημεριανό φαγητό, έριχνε άλλον ένα υπνάκο μίας ώρας, και μετά το τραβούσε σερί μέχρι τα χαράματα. Λάτρευε τα ταξίδια και τις μετακινήσεις. Του έδιναν ενέργεια και θεωρούσε ότι συνέβαλλαν στην πνευματική του εγρήγορση. Είχε δε τη συνήθεια να κυκλοφορεί ολόγυμνος μέσα στο σπίτι του και να υπαγορεύει στη γραμματέα του την ώρα που ήταν στην μπανιέρα ή βηματίζοντας —είπαμε: γυμνός— στο δωμάτιό του.


Οι χυλόπιτες, ο καλός γάμος και τα συννεφάκια

Πριν κλείσει τα 30, ο Ουίνστον είχε φάει τρεις μεγαλοπρεπείς χυλόπιτες σε προτάσεις γάμου. Παρ’ όλα αυτά, έμεινε φίλος με τις κυρίες που τον χυλοπίτωσαν (και οι οποίες —μεταξύ μας— έχασαν την ευκαιρία να μείνουν στην ιστορία…). Με την Κλέμεντιν (Κλέμι, όπως την αποκαλούσε) έζησε μαζί 57 χρόνια. Είχαν γνωριστεί σε ένα πάρτι, 4 χρόνια πριν από τον γάμο τους. Στην αρχή πήγε να… τεταρτώσει το κακό, αλλά εντέλει υπέκυψε. Πέρασαν πολλά μαζί. Πολιτικά και προσωπικά σκαμπανεβάσματα, απώλεια ενός παιδιού, τα καταθλιπτικά του επεισόδια του Ουίνστον, τα χρόνια της πολιτικής απαξίωσης αλλά και της απόλυτης δόξας. Ήταν ένας καλός γάμος, όχι όμως ανέφελος. Αν και για τον Ουίνστον δεν υπάρχουν καταγεγραμμένες παρασπονδίες, η Κλέμι αποδεδειγμένα τού τα είχε φορέσει μια-δυο φορές, με σημαντικότερη μία το 1935, όταν είχε πάει για κάποιους μήνες στην Ινδία με έναν έμπορο έργων τέχνης. Ο Ουίνστον την παρακάλεσε να γυρίσει και τη δέχτηκε πίσω με μεγάλη χαρά. Άκουγε πολύ τη γνώμη της και συχνά της ζητούσε να διαβάζει τα χειρόγραφά του. Τα χρόνια του πολέμου, όταν αυτός ταξίδευε πολύ, της έστελνε γράμματα και κάρτες από το μέτωπο, τα οποία συνήθως έφταναν στα χέρια της όταν εκείνος είχε ήδη επιστρέψει.


Η σπατάλη

Με την οικονομική διαχείριση ο (Τοξότης στο ζώδιο), ο Ουίνστον δεν τα πήγαινε πολύ καλά. Για την αποταμίευση είχε πει ότι «είναι εξαιρετική συνήθεια όταν την κάνουν οι γονείς σου για σένα», και δεν ήταν απλώς ευφυολόγημα — το εννοούσε! Στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ξόδευε περισσότερα από όσα εισέπραττε, καθώς —ως καλομαθημένος αριστοκράτης— δεν μπορούσε να κόψει τις συνήθειές του ακόμα και όταν δεν μπορούσε να τις υποστηρίξει οικονομικά. Τότε δανειζόταν χρήματα από φίλους, τα οποία φυσικά πάντα επέστρεφε. Πώς; Κάνοντας έξτρα δουλειές, πέραν αυτής του βουλευτή: γράφοντας βιβλία, δίνοντας ομιλίες και κάνοντας διαλέξεις, μετέχοντας σε πολεμικές αποστολές κλπ. Τα χρόνια της πολιτικής ερήμου έφτασε δυο-τρεις φορές κοντά στη χρεοκοπία και κινδύνεψε να χάσει την ακίνητη περιουσία του. Το ίδιο και όταν είχε το σοβαρό ατύχημα στη Νέα Υόρκη το 1931, όταν τον τράκαρε ένα αυτοκίνητο, έσπασε τη λεκάνη του και έμεινε καθηλωμένος στο κρεβάτι για πολλούς μήνες χωρίς να μπορεί να δουλέψει. Όταν έγινε πρωθυπουργός, τα οικονομικά του προβλήματα ξεπεράστηκαν, καθώς ήταν πλέον ένας θρύλος με πολλούς χρηματοδότες και τεράστιες πωλήσεις βιβλίων.


«No sports. Just whisky and cigars»

Η ατάκα αυτή ήταν για τον Ουίνστον το μυστικό της μακροζωίας του. Η σχέση του με το ποτό ήταν παθιασμένη και περιώνυμη. Έπινε σχεδόν τα πάντα, με ιδιαίτερη προτίμηση στο ουίσκι με σόδα (Johnny Walker Red Label), στις σαμπάνιες και στα μπράντι. Ένα σύνηθες ημερήσιο πρόγραμμα περιελάμβανε: ένα ποτήρι με σέρι πριν από το πρωινό, δύο ποτήρια ουίσκι με σόδα πριν από το γεύμα, γαλλική σαμπάνια και μπράντι πριν από τον ύπνο — και κρασί με τα γεύματα. Όπως είχε πει και ο ίδιος: «Από το ποτό πήρα περισσότερα από όσα εκείνο από μένα». Τα πούρα τα λάτρεψε όταν σε ηλικία 20 ετών πήγε να καλύψει ως ανταποκριτής την επανάσταση για την ανεξαρτησία της Κούβας από την Ισπανία. Αγαπημένα του πούρα ήταν τα Romeo y Julieta. Πολύ σπάνια έκανε και κανένα τσιγάρο (Dunhill), τα οποία όμως γενικώς δεν του άρεσαν. Κάπνιζε από πολύ μικρός. Η μητέρα του, που απεχθάνονταν το κάπνισμα και είχε βαρεθεί να τον βλέπει με ένα τσιγάρο στο στόμα, έβαλε στοίχημα μαζί του, ένα σημαντικό χρηματικό ποσό, αν το έκοβε για 6 μήνες. Ο Ουίνστον πράγματι το έκοψε και, μόλις κέρδισε το στοίχημα με τη μάνα του, το ξανάρχισε!

 

Ένας φιλότεχνος πολεμιστής

Γενικά με την κουλτούρα και τις τέχνες ο Ουίνστον είχε καλές σχέσεις. Θεωρούσε την ποίηση, τη ζωγραφική και την γλυπτική «αδερφές» τέχνες. Μεγάλο του πάθος ήταν η ζωγραφική, την οποία ανακάλυψε σε ηλικία 40 ετών. Διδάχτηκε στα πρώτα βήματα από έναν φίλο του και εν συνεχεία εξελίχθηκε μόνος του. Συνολικά φιλοτέχνησε γύρω στους 500 πίνακες. Το 1920 οργάνωσε έκθεση στο Παρίσι με το ψευδώνυμο Charles Moren. Κατά περιόδους χρησιμοποιούσε και άλλα ψευδώνυμα, ειδικά τα πρώτα χρόνια, ενώ πολλά έργα του τα υπέγραψε με τα αρχικά του, ως WSC. Του άρεσε επίσης το θέατρο, διάβαζε λογοτεχνία —κυρίως ποίηση και λιγότερο μυθιστορήματα—, αλλά ήταν άσχετος από μουσική — συνήθως άκουγε μουσική της βικτωριανής εποχής.


Ένας extra large ιππότης…

Το μεγαλύτερο χαρακτηρολογικό προτέρημα του Τσόρτσιλ ήταν η μεγαλοθυμία του. Δεν κρατούσε ποτέ κακίες. Είτε λόγω μποέμικης φύσης είτε λόγω αυτοπεποίθησης, ήταν ένας άνθρωπος χωρίς ίχνος μνησικακίας και με έντονη αίσθηση ιπποτισμού. Η συμπεριφορά του απέναντι σε παλαιούς του εχθρούς, όταν αυτός ήταν πλέον σε θέση ισχύος, ήταν υποδειγματική. Όταν, π.χ., ο Τσάμπερλεν έφυγε από πρωθυπουργός, ο Τσόρτσιλ τον αντιμετώπισε με μεγάλο σεβασμό και του πρότεινε, αν ήθελε, να συνεχίσει να μένει μαζί τους στην Ντάουνινκ Στριτ. Αναφέρονταν πάντα με σεβασμό στον Γερμανό στρατηγό Έρβιν Ρόμελ. Στη διάσκεψη της Τεχεράνης, δώρισε ένα βρετανικό κειμήλιο στον Στάλιν για να τιμήσει τους μαχητές του Στάλινγκραντ.


…αλλά και τρομερά ευσυγκίνητος

Κι όμως, αυτός ο γεννημένος πολεμιστής έκλαιγε πάντα· και παντού. Σε χαρές και σε λύπες. Έκλαιγε στα βαφτίσια του εγγονού του που πήρε το όνομά του, έκλαιγε όταν αποχαιρέτησε παλιούς συμπολεμιστές του. Έκλαιγε σε ταινίες, έκλαιγε όταν άκουγε ρομαντικά τραγούδια. Έκλαιγε σε εκδηλώσεις μνήμης, σε κηδείες, ή όποτε ερχόταν ο λόγος σε παλιούς συμπολεμιστές του. Έκλαψε μετά τους βομβαρδισμούς του Λονδίνου, μετά την πτώση της Γαλλίας, μετά το εκλογικό αποτέλεσμα του 1945. Οι συνάδελφοί του τον αποκαλούσαν «κλαψιάρη». Η Ελισάβετ έχει πει ότι ήταν ο μόνος πολιτικός που έκλαψε ποτέ μπροστά της. Με μια βασική διαφορά: στις δημόσιες ομιλίες του, ειδικά τις μνημειώδεις πολεμικές, δεν έκλαψε ποτέ. Για την ακρίβεια, μόνο μια φορά βούρκωσε, όταν ανακοίνωσε στη Βουλή τον βομβαρδισμό του γαλλικού στόλου στο Οράν (με αποτέλεσμα το θάνατο 1.500 συμμάχων Γάλλων ναυτών) για να μην πέσει στα χέρια των Γερμανών. Η διάκριση μεταξύ ιδιωτικής συμπεριφοράς και δημόσιας παρουσίας ήταν απολύτως σαφής για τον Ουίνστον.


Ο «μαύρος σκύλος» και ο Οιδίποδας

Ο Τσόρτσιλ έπασχε πολλά χρόνια από κατάθλιψη. Την αποκαλούσε «μαύρος σκύλο», φράση που έκτοτε χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κατάθλιψη και αποτελεί την ονομασία πολλών ινστιτούτων και ερευνητικών κέντρων. Είχε επίσης σοβαρό θέμα με τον πατέρα του, η σκιά του οποίου τον βάραινε σε όλη του τη ζωή. Ο Ράντολφ Τσόρτσιλ ήταν ένας σπουδαίος πολιτικός της εποχής του, το νούμερο 2 στο Συντηρητικό Κόμμα, η καριέρα του οποίου καταστράφηκε από έναν λάθος υπολογισμό σε μια εσωκομματική κρίση. Ο Ουίνστον ένιωθε σε όλη τη ζωή του ότι ο πατέρας του τον παρακολουθούσε και τον έκρινε. Σε ένα παιχνίδι της μοίρας, ο Ουίνστον πέθανε ίδια μέρα με τον πατέρα του, κάτι μάλιστα που ο ίδιος είχε προβλέψει λίγες ημέρες πριν.


Απολαυστικός ώς το τέλος

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Ουίνστον βυθιζόταν στην κατάθλιψη. Είχε καταπέσει σωματικά, είχε προβλήματα με τα παιδιά του, καθώς τα περισσότερα ήταν ρεμάλια και «ναυάγια», έβλεπε τη Βρετανία να χάνει τη διεθνή της βαρύτητα σε έναν κόσμο που άλλαζε. Στις φωτογραφίες των τελευταίων του χρόνων (όπως, π.χ., στο κότερο του Ωνάση), η θλίψη είναι αποτυπωμένη στο βλέμμα του. Ωστόσο το χιούμορ και το φλέγμα του παρέμεναν ακμαία μέχρι την τελευταία του πνοή. Λίγο πριν πεθάνει, καθηλωμένος πλέον σε αναπηρικό καροτσάκι, ζήτησε να τον πάνε μια τελευταία βόλτα στο κοινοβούλιο. Δυο νεαροί βουλευτές τον είδαν και είπαν ο ένας στον άλλο με οίκτο: «Τι κρίμα, ένας τόσο αγέρωχος άνθρωπος, να είναι αδύναμος και ανήμπορος». Και τότε ακούστηκε ο Ουίνστον: «Και είναι και κουφός ο καημένος». Και, λίγο πριν πεθάνει από εγκεφαλικό, στις 24 Ιανουαρίου 1965, είπε: «Είμαι έτοιμος να συναντήσω τον δημιουργό μου. Αν αυτός είναι έτοιμος γι’ αυτή τη δοκιμασία, είναι ένα άλλο θέμα».

Ο Τσόρτσιλ, όπως πολλές άλλες μεγάλες προσωπικότητες, τοποθετείται πέρα από το καλό και το κακό. Ούτως ή άλλως, η διαδρομή του έχει από όλα: καλές και κακές στιγμές. Η αγέρωχη στάση απέναντι στον Χίτλερ την ώρα της απόλυτης παντοδυναμίας του έχει καλύψει άλλες, αντιδραστικές, ενέργειές του. Η εμμονή του στα βικτωριανά στερεότυπα τον καθιστούσε ενίοτε μια καρικατούρα «μεταχρονολογημένου ιππότη», αδύναμου να αντιληφθεί έναν κόσμο που άλλαζε. Όμως ο Τσόρτσιλ δεν αξιολογείται έτσι. Αν κρινόταν μόνο ως πολιτικός, ίσως οι αποτυχίες να τον είχαν καταβάλει πριν τη στιγμή της απόλυτης ιστορικής δόξας. Αυτό που τον κράτησε όρθιο ήταν η προσωπικότητά του που κάλυπτε τα πάντα. Ο Ουίνστον ήταν «bigger than life». Ένας ευφυής και γενναίος άνθρωπος. Που κατέκτησε τη θέση του στην ιστορία όχι επειδή την έγραψε ο ίδιος — αλλά επειδή την άξιζε.