Ριζικά κείμενα, λογοτεχνικές γενεαλογίες

C
Ευθυμία Δεσποτάκη - Ελευθέριος Κεραμίδας

Ριζικά κείμενα, λογοτεχνικές γενεαλογίες

Τελικά η Ιλιάδα και η Οδύσσεια είναι Fantasy ή όχι;

Μα, δείτε: έχουν ήρωες και σπαθιά και επικούς πολέμους, έχουν ταξίδια και τον Εκλεκτό που είτε είναι γιος θεάς είτε με τις ικανότητές του τα βάζει με θεούς και δαίμονες. Έχουν και το υπερφυσικό τους στοιχείο, μάγισσες, αερικά, παράξενους λαούς, μαγικές αρματωσιές, νεκρομαντείες, τέρατα που καταπίνουν ολόκληρα πελάγη!

Κι όπως φαντάζεστε, όχι, δεν είναι. Και δεν είναι Fantasy, όχι μόνο επειδή ο μπαρμπα-Όμηρος αφηγήθηκε κάτι που πίστευε πως ήταν αληθινό —και εν μέρει πρέπει να ήταν, αν εμπιστευτούμε τα ευρήματα—, αλλά κυρίως διότι κάθε πράγμα έχει μια αρχή, ακόμη κι αν δεν έχει τέλος.

Και η αρχή γίνεται κάπου εκεί γύρω στο 1997. Δύο αποφασισμένοι συγγραφείς της λογοτεχνίας του Φανταστικού, ο Καναδός John Clute και ο Σκοτσέζος John Grant, ταράζουν τα νερά του ομιχλώδους ζανρ, δημοσιεύοντας την Encyclopedia of Fantasy, απλά και μόνο με την πρόθεση να πουν τα πράγματα με το όνομά τους. Του μνημειώδους αυτού έργου έχει προηγηθεί ένα παρομοίως μνημειώδες, η Encyclopedia of Science Fiction (το 1979, με τον Αυστραλό Peter Nicholls αντί για τον Grant). Σε αυτές τις δύο Βίβλους της Λογοτεχνίας του Φανταστικού, τις οποίες εδώ και καιρό οι συγγραφείς τους προσφέρουν δωρεάν στο κοινό μέσω της ιστοσελίδας sf-encyclopedia.com, έγιναν οι πρώτες αναφορές σε όρους —γουέλ, σε νεολογισμούς μάλλον— όπως το thining (κείμενα στα οποία η μαγεία εξασθενεί, όπως η αρχή του Game of Thrones, όπου η απουσία των δράκων έχει μηδενίσει τη δυνατότητα να λειτουργεί η μαγεία) ή το crosshatch (κείμενα στα οποία δύο διαφορετικοί «κόσμοι» καταλαμβάνουν ταυτόχρονα τον ίδιο χώρο, όπως στις νουβέλες του Πέρσι Τζάκσον, με τους θεούς του Ολύμπου στη σύγχρονη Αμερική).

Βλέπουμε δηλαδή ότι οι πεφωτισμένοι αυτοί άνθρωποι, με τον Clute μπροστάρη, προσπάθησαν να βάλουν τον άναρχο δημιουργικό χαμό της Λογοτεχνίας του Φανταστικού σε μια τάξη, όχι για κανέναν άλλον λόγο, αλλά για να μπορούμε τελικά εμείς οι groupies-αναγνώστες του να συνεννοούμαστε μεταξύ μας για τα αναγνώσματά μας. Αυτά, όμως, είναι ψιλά γράμματα για κάποιον που δεν θέλει απαραίτητα να εντρυφήσει στο είδος, μα απλά να λύσει τις βασικές του απορίες, όπως αυτή της αρχής: Είναι ή δεν είναι Fantasy η Ιλιάδα και η Οδύσσεια;

Ένας από τους νεολογισμούς των Clute και Grant δίνει λύση στο θέμα. Είναι τα περίφημα taproot texts ή ριζικά κείμενα. Στο αντίστοιχο λήμμα, ορίζονται ως κείμενα που προηγούνται της συνειδητοποιημένης μορφής του Fantasy και, ενώ περιέχουν Fantasy ιδέες, αυτές δεν είναι το κέντρο τους.

Είναι σε μεγάλο βαθμό θέμα πρόθεσης. Αν κάποιος πετύχαινε έναν ραψωδό της εποχής του Ομήρου να γρατζουνά τη λύρα του και τον ρωτούσε τι κάνει, ο ραψωδός θα απαντούσε πως συνθέτει έπος ή πως συνθέτει λυρικό ποίημα. Δεν υπήρχε κάτι άλλο απ’ αυτά τα δύο, δεν υπήρχε καν η έννοια της λογοτεχνίας σε πεζό λόγο. Ακόμη και όταν προέκυψαν έπη με θεματική άλλη από την ηρωική —διδακτικά, ιστορικά, γενεαλογικά, σατιρικά—, δεν ήταν ζήτημα λογοτεχνικού είδους, αλλά φόρμας. Η διαφοροποίηση γινόταν σε βασικά δομικά στοιχεία: ύφος, τεχνική, μέγεθος (η Ιλιάδα είναι 20 φορές μεγαλύτερη από το Έργα και Ημέραι — διότι προφανώς και δεν θα άντεχε κανείς να ηθικολογεί επί 16.000 στίχους).

Για αιώνες —και, ευτυχώς, αυτό είναι κάτι που ακόμα συμβαίνει—, συνεχίζουν να προκύπτουν νέες λογοτεχνικές φόρμες: αισώπειοι μύθοι, μυθιστορήματα, βίοι αγίων, ιπποτικά ρομάντζα. Αλλά η έννοια της Λογοτεχνίας του Φανταστικού εμφανίζεται θολά στο μυαλό των ανθρώπων μόλις στα τέλη του 18ου αιώνα με αρχές 19ου. Και τι σημαίνει αυτό; Πως δεν ήταν Επιστημονική Φαντασία ο «Φρανκενστάιν» επειδή η Μαίρη Σέλεϊ πέθανε 100-τόσα χρόνια πριν εφευρεθεί ο όρος και δεν μπορεί να τον γνώριζε; Δεν ήταν Τρόμος τα πρώτα βιβλία του είδους, επειδή όταν γράφονταν επικρατούσε ακόμη ο χαρακτηρισμός «Γοτθικό»; Μα γι’ αυτό είπαμε ότι είναι θέμα πρόθεσης κι όχι θέμα ορολογίας.

Η ορολογία αλλάζει με τις τάσεις κάθε εποχής. Όσο μελετιέται ένα φαινόμενο (ακόμη και λογοτεχνικό), προκύπτουν λεπτομερέστερες οντολογίες και ταξινομήσεις. Όταν ο Πλίνιος ο Νεότερος έγραψε την ιστορία με τον Αθηνόδωρο τον Σάνδωνα και το στοιχειωμένο σπίτι, δεν ήθελε να προξενήσει στον αναγνώστη ανατριχίλα ή φρίκη, αλλά να αναφέρει κάτι αξιοπερίεργο, να συζητήσει την ύπαρξη του υπερφυσικού και να εξυμνήσει τη… στωικότητα των Στωικών. Και σε καμία περίπτωση δεν ακολούθησε κάποια παράδοση προηγούμενων κειμένων. Αλλά ακόμη και σήμερα είναι κοινοί λογοτεχνικοί «τόποι» (σχεδόν meme) στις ιστορίες με φαντάσματα οι δύο συνεισφορές του Πλίνιου: το κροτάλισμα της αλυσίδας και η λύση του δράματος όταν βρεθεί και κηδευτεί το κρυμμένο πτώμα του θύματος. Αυτή ακριβώς είναι η διάκριση που κάνει την ιστορία του Αθηνόδωρου να μην είναι Τρόμος, αλλά εξαιρετικού ενδιαφέροντος για κάθε συγγραφέα Τρόμου: ένα ριζικό κείμενο του Τρόμου.

Οι εφευρέτες του όρου που συζητάμε θέτουν και μια ακόμη παράμετρο, ακριβώς τη μεγάλη και διαχρονική επίδραση που είχε η ιστορία του Πλίνιου. Αν, υποθετικά, ανακαλυφθεί ένας πάπυρος με ένα αρχαίο αιγυπτιακό κείμενο που θα μπορούσε να δημοσιευτεί αυτούσιο ως σύγχρονο διήγημα Fantasy, δεν θα είναι ριζικό κείμενο. Γιατί δεν το έχει διαβάσει κανείς τα τελευταία 3.500 χρόνια, άρα η όποια επιρροή του στη δημιουργία του σύγχρονου Fantasy δεν μπορεί να είναι πάνω από μηδαμινή.

Μ’ αυτή τη λογική, οι συγγραφείς της Encyclopedia of Fantasy δίνουν μια ενδεικτική λίστα με ριζικά κείμενα, από τον Σοφοκλή ώς τα Ταξίδια του Γκιούλιβερ. Αντιμετωπίζουν το Fantasy μάλλον ως αγγλόφωνο ή αγγλογενές φαινόμενο (τότε όντως ήταν, σε αντίθεση με τον Τρόμο και την Επιστημονική Φαντασία, που είχαν ήδη διεθνοποιηθεί σε κάποιο βαθμό), άρα αναγνωρίζουν μόνο όσα κείμενα είχαν μεταφραστεί εγκαίρως στη Δύση. Σημαίνει αυτό πως δεν έχει ριζική αξία ο Διγενής Ακρίτας ή το γεωργιανό έπος Ο ιππότης με δέρμα τίγρη, που μεταφράστηκε στα αγγλικά μόλις το 1912 και πέρασε μάλλον απαρατήρητο; (Στα ελληνικά μόλις φέτος εκδόθηκε η μετάφρασή του). Εδώ τρυπώνει ένας άλλος όρος της Εγκυκλοπαίδειας: η λογοτεχνική γενεαλογία (stemma). Ο Ιππότης με δέρμα τίγρη δεν ανήκει στη λογοτεχνική γενεαλογία του Game of Thrones (μιας και ο Martin είναι μάλλον απίθανο να τον έχει διαβάσει), αλλά σχεδόν σίγουρα ανήκει στη λογοτεχνική γενεαλογία του πολωνικού Witcher, μιας και είναι μεταφρασμένος στα πολωνικά από τον 19ο αιώνα.

Είναι αποδεδειγμένο πως υπάρχουν κοινά μοτίβα στα παραδοσιακά παραμύθια σε όλο τον πλανήτη (με λίγες διαφορές λόγω πολιτισμικών και τεχνολογικών αποκλίσεων), από τους Ινδιάνους ώς τους Ινδούς και από τους Ζουλού ώς τους Εσκιμώους, και κάποια φτάνουν και πολύ πιο πίσω από τον ορισμό του εθνικού ή φυλετικού αυτοπροσδιορισμού. Αν εμείς είχαμε τους μύθους του Αισώπου, οι Ινδοί και οι Κινέζοι είχαν τα δικά τους αντίστοιχα, που είναι μέρος της λογοτεχνικής γενεαλογίας των σημερινών Ινδών και Κινέζων συγγραφέων Φαντασίας και αποτελούν ριζικά κείμενα γι’ αυτούς.

Μα πόσοι Έλληνες συγγραφείς φαντασίας έχουν διαβάσει τον Διγενή Ακρίτα, πέρα από κανένα απόσπασμα σε σχολικό βιβλίο; Είναι ριζικό κείμενο του ελληνικού Φανταστικού; Είναι στη λογοτεχνική μας γενεαλογία; Η επίδραση ενός ριζικού κειμένου δεν είναι απαραίτητα άμεση. Ακόμα κι αν λίγοι σήμερα έχουν τη Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου στη βιβλιοθήκη τους, τη διάβαζαν επί αιώνες όλοι οι εγγράμματοι Έλληνες. Δεν μπορεί να μην πέρασε κάτι απ’ αυτή στον καθένα μας, ασυναίσθητα, στόμα με στόμα, δοκίμιο με δοκίμιο. Και τίποτα δεν αποκλείει να ξαναγίνει δημοφιλής — η δημοφιλία του Ερωτόκριτου ταξιδεύει στο τρενάκι του τρόμου τα τελευταία χρόνια, αν αυτό είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Ή, εκείνο το υποθετικό αρχαίο αιγυπτιακό κείμενο Fantasy που λέγαμε, αν ανακαλυφθεί και το διαβάσουν εκατομμύρια αναγνώστες και εμπνευστούν από αυτό οι συγγραφείς του Φανταστικού, δεν θα γίνει ριζικό κείμενο αμέσως;

Εξελισσόμαστε, ο ανθρώπινος νους δεν είναι στατικός. Για τους πρωτεργάτες του Fantasy, το είδος ήταν συνειδητή μίμηση μορφών και μοτίβων από το παρελθόν (αρχαίων, βιβλικών, μεσαιωνικών, ιστορικών), που οι συγγραφείς αυτοί τα έπαιζαν στα δάχτυλα, λόγω μόρφωσης (Tolkien, Lord Dunsany) ή ενδιαφέροντος (Haggard, Howard). Προσπαθούσαν, για τον έναν ή τον άλλον λόγο, να επαναφέρουν τη μαγεία που απέπνεαν (και αποπνέουν) εκείνα τα αρχαία κείμενα, να ξαναζήσουν μέσω νέων ιστοριών ηρωικά κατορθώματα και μαγικές στιγμές. Αντίστοιχα, για τους σύγχρονους συγγραφείς, Fantasy είναι η μίμηση των πρωτεργατών. Κάποιοι θεωρούν δεδομένη την ύπαρξη γεροδεμένων νάνων και λυγερών ξωτικών με μυτερά αυτιά, δίχως να νοιάζονται (ή να γνωρίζουν) πως αυτά δεν προέρχονται αυτούσια από κάποια μυθολογία ή λαογραφία, αλλά είναι εφεύρημα του Tolkien.

Στις ΗΠΑ, τα τελευταία χρόνια οι κυρίαρχες τάσεις στο Φανταστικό είναι εν γένει η αναζήτηση στα λαϊκά περιοδικά (πεζά και κόμικς) των αρχών του 20ού αιώνα —που θεωρούνται πλέον χρυσωρυχείο ιδεών και πλοκών, αντί για φτηνιάρικες προχειρότητες— και η ανάπτυξη και ο εκσυγχρονισμός παραμυθιών, γνωστών (Σταχτοπούτα, Χιονάτη) ή και ξεχασμένων. Τι είναι αυτό, αν δεν είναι μαζική αναζήτηση για ριζικά κείμενα, από ανθρώπους που είτε θεωρούν εξαντλημένες τις δυνατότητες των κλασικών έργων είτε η παιδεία τους δεν τους έχει προσφέρει πρόσβαση στα κλασικά έργα;

Ορισμένοι αποτάσσονται αυτές τις τάσεις μετά βδελυγμίας, λένε πως κάθε είδους πεπατημένη ανατρέπει το ίδιο νόημα της Φανταστικής Λογοτεχνίας, όπου το πρωτόγνωρο και το ρηξικέλευθο αποτελούν αυτοσκοπό. Όμως, ο εγκέφαλός μας προσπαθεί να στριμώξει κάθε ερέθισμα σε γνωστά πρότυπα και χρειαζόμαστε έναν κοινό κώδικα για να συνεννοούμαστε, για να έχει η γλώσσα νόημα ύπαρξης. Αυτή τη βασική μας ανάγκη εξυπηρετούν έννοιες όπως «ριζικά κείμενα» και «λογοτεχνική γενεαλογία» ή «λογοτεχνικός τόπος». Σήμερα, μας βοηθούν να συζητάμε. Αν αύριο μας περιορίζουν, αλλάζουμε το νόημά τους ή τις αντικαθιστούμε με άλλες.

Εδώ κρύβεται και η απάντηση στη δυσκολότερη ερώτηση των ριζικών κειμένων: κι ο Λουκιανός, που έβγαζε από το μυαλό του όσα έγραφε μόνο για ψυχαγωγία, και ήθελε να το ξέρουν κι οι αναγνώστες του πως τα είχε βγάλει από το μυαλό του;

Ο Λουκιανός είχε λογοτεχνική γενεαλογία, αλλά όχι τόσο στο φανταστικό του κομμάτι. Και οι συγγραφείς που επηρέασε και τον είχαν στη λογοτεχνική τους γενεαλογία δεν θέλησαν μέχρι τον 19ο αιώνα να τον μιμηθούν στη λογική του, αλλά μόνο σε συγκεκριμένα στοιχεία. Δεν είναι τυχαίο το πότε εμφανίστηκαν λογοτεχνικά είδη: όταν η τυπογραφία και η μαζική γνώση γραφής/ανάγνωσης επέτρεψαν λογοτεχνική παραγωγή αρκετά μεγάλη για να γράφονται πλέον πράγματα πέρα από το ξεκάθαρα πρωτότυπο και το ξεκάθαρα ξεπατικωμένο. Αυτά τα κείμενα που δεν ανήκαν σε κανένα από τα δύο άκρα, ήταν ομοειδή με άλλα σύγχρονά τους και παλαιότερα. Μας οδήγησαν να ονομάσουμε τα κοινά τους στοιχεία και να τα ομαδοποιήσουμε με κοινούς όρους: ρομάντζο, αστυνομικό, φανταστικό.

Και για να κλείσουμε με κάτι άμεσα χρήσιμο, έχετε έτοιμη απάντηση την επόμενη φορά που θα δείτε κάποιον στο μεγαλύτερο καφενείο του Σύμπαντος, το διαδίκτυο, να κροταλίζει το ψηφιακό μπεγλέρι του και να γράφει: «Για μένα, η Ιλιάδα και η Οδύσσεια είναι Fantasy». Δικαίωμά του να το λέει και να το πιστεύει, όπως και να πιστεύει πως η Γη είναι επίπεδη (και τέτοιοι υπάρχουν). Δικαίωμά του να θέλει τον Όμηρο να συγγενεύει μ’ αυτά που γράφει/διαβάζει. Αλλά το αν είναι ή δεν είναι Fantasy τα κείμενα πριν τον 19ο αιώνα το έχουν λύσει άνθρωποι που έστρωσαν τον πισινό τους και κάθισαν και μελέτησαν σοβαρά και άρθρωσαν επιχειρήματα λίγο πιο περίπλοκά από το, «Μα έχει υπερφυσικό». Τα κείμενα αυτά τα λέμε ριζικά, για να μπορούμε να συνεννοούμαστε και να μην επανεφευρίσκουμε τον τροχό κάθε Τρίτη-Πέμπτη-Σάββατο.

[ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ]