Το τέλος, και ξανά η αρχή

C
Τζωρτζίνα Κουτρουδίτσου

Το τέλος, και ξανά η αρχή

Ολοκληρώνοντας το τελευταίο μέρος της Τετραλογίας της Νάπολης ξέρεις ότι είχες την τύχη να διαβάσεις μία από τις πιο σημαντικές λογοτεχνικές πένες των αρχών του 21ου αιώνα. Με λόγο απλό, αλλά έντονα πολιτικό και φιλοσοφημένο, γεμάτο μοναδικές καταβυθίσεις στον ψυχικό κόσμο των γυναικών αλλά και της κοινωνίας μιας πόλης που ζει στο μεταίχμιο του σύγχρονου με το παλιό, η Ferrante ολοκληρώνει (;) την ιστορία της Έλενας και της Λίλας.

Υπάρχουν στιγμές που ό,τι πλαισιώνει τη ζωή μας και όλα δείχνουν πως αυτό θα αποτελεί το αιώνιο σκηνικό της [...] κατακρημνίζεται εντελώς απρόσμενα, τη στιγμή ακριβώς που μας ταλανίζουν χίλια δυο άλλα πράγματα [...] για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα είχα την αίσθηση πως ήμουν κάτι φιγούρες σε διάφορα μυθιστορήματα ή πίνακες που στέκονται ακλόνητες πάνω σε έναν απόκρημνο βράχο...

Οι ηρωίδες μας βρίσκονται στην τρίτη δεκαετία της ζωής τους, αλλά τίποτα δεν προδικάζει ότι αυτή η περίοδος δεν θα έχει λιγότερες εντάσεις απ’ ό,τι είχε η εφηβεία τους. Η Έλενα, πετυχημένη νέα μυθιστοριογράφος, νιώθει καταπιεσμένη από τον γάμο και τη μητρότητα και εγκαταλείπει τα πάντα για να ζήσει με τον παιδικό της έρωτα, Νίνο, στην πόλη που γεννήθηκε. Με την επιστροφή της Έλενας στη Νάπολη, η Ferrante μετατρέπει εμμέσως το 4ο μέρος σε «βιβλίο πόλης» και όλα όσα αφορούν τους ήρωες έχουν πλέον ως καμβά την πόλη και ό,τι συμβαίνει σ’ αυτήν. Οι ερωτικές σχέσεις ίσως να απασχολούν σε πρώτο πλάνο το βιβλίο, όμως γρήγορα η κατάρριψη των ψευδαισθήσεων γύρω τους θα μας εισαγάγει στο κύριο θέμα της συγγραφέως.

Ο ρόλος των γυναικών, η δύναμη που βρίσκουν σε σωματικό αλλά και ψυχικό επίπεδο για να αντιμετωπίσουν προβλήματα σχέσεων, οικογένειας, εργασίας και ταυτότητας απασχολούν το μεγαλύτερο μέρος του τόμου. Ταυτόχρονα, η πόλη και ο θόρυβός της επηρεάζουν ή όχι τις ζωές των ηρώων; Το τελευταίο μέρος της Τετραλογίας της Νάπολης περιέχει πάρα πολλή βία, τόσο σωματική όσο και ψυχική. Περνούν από μπροστά μας όλοι οι ήρωες που συναντήσαμε στα τρία προηγούμενα βιβλία, απομυθοποιούνται πρόσωπα και καταστάσεις και ο ιταλικός Νότος καιροφυλακτεί για να δώσει το τελευταίο χτύπημα σε όλα όσα ζούνε οι δύο φίλες.

Ένα μυθιστόρημα γεμάτο σκληρές πραγματικότητες, αλλά βαθιά ανθρώπινο. Ένα μυθιστόρημα που σε γοητεύει, καθώς θαυμάζεις το μεγαλείο και την εκφραστική μαεστρία της Φερράντε να μιλήσει ανοιχτά για πολλά θέματα που αφορούν το γυναικείο φύλο, αλλά και την πολιτική — και τη μαφία.

Σε τι σύγχυση ζούσαμε, πόσα θραύσματα του ίδιου μας του εαυτού σκορπίζονταν τριγύρω, θαρρείς και το να ζεις σήμαινε να εκρήγνυσαι σε θραύσματα.

Κλείνοντας αυτό τον άτυπο λογοτεχνικό κύκλο, δεν μπορώ να μην ξεχωρίσω το τελευταίο μέρος σαν το πιο αγαπημένο μου. Διάφορα συναισθήματα θα κατακλύσουν τους αναγνώστες μετά το πέρας της ανάγνωσής του, έντονα και αντικρουόμενα. Και θα νιώσει μία παρήγορη πληρότητα. Κλείνει όμως πράγματι αυτός ο κύκλος; Δεν νομίζω. Δεν πιστεύω ότι ξεμπερδεύει κανείς εύκολα με τον «πυρετό της Ferrante». Έχοντας και τα 4 μέρη στα χέρια μου, ξέρω ότι κάποια στιγμή θα τα διαβάσω ξανά, και ίσως με μια άλλη οπτική, αλλά πάντα με βαθιά αγάπη.

Σε όλο τον παραπάνω λογοτεχνικό άθλο, δεν είναι δυνατόν φυσικά να παραλείψουμε την ευγνωμοσύνη μας προς την εξαιρετική μεταφράστρια του έργου στα ελληνικά, Δήμητρα Δότση. Μας σύστησε με την προσεχτικά μελετημένη, εμπνευσμένη, λέξη προς λέξη, δουλειά της μια συγγραφέα που επαναπροσδιόρισε τον όρο «φιλία» στη λογοτεχνία. Και το έκανε με σεβασμό, αγάπη και μαεστρία.