Μικρό ημερολόγιο για την κατάθλιψη [6]

L
Λία Σκλαβενίτου

Μικρό ημερολόγιο για την κατάθλιψη [6]

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ] [ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ] [ ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ ] [ ΤΕΤΑΡΤΟ ΜΕΡΟΣ ] [ ΠΕΜΠΤΟ ΜΕΡΟΣ ]

24 Αυγούστου

Σήμερα, αφού μπήκα στο ντουζ με τα ρούχα —εντάξει τα μισά τα είχα βγάλει, μετά έβγαλα και τα υπόλοιπα, συγκέντρωση δεν έχω, δεν λωλάθηκα, και ΟΧΙ, ΣΑΣ ΠΡΟΛΑΒΑΙΝΩ, ΔΕΝ ΝΤΡΕΠΟΜΑΙ, άθλο κατήγαγα—, έκανα και το εξής καταπληκτικό: δεν φτάνει που έμεινα μακριά από την οθόνη 5 ολόκληρες ώρες, δεν φτάνει που κατέβηκα κάτω πιο κοντά στην έξοδο, σαπούνισα και έπλυνα τον πάγκο της κουζίνας, πλακάκια, σκεύη τα πάντα όλα, και το ψυγείο, και έβαλα τα ψώνια στη θέση τους. Μέχρις εδώ για σήμερα και τα άφησα όλα στη μέση. Ένα άγχος μόνο με τριγυρίζει ύπουλα, αλλά ελπίζω να το στείλω στον διάολο: άραγε αύριο θα τα καταφέρω να τα φέρω σε μία κατάσταση όχι τόσο βομβαρδισμένη; Δεν ξέρω αν όλα αυτά φαίνονται υπερβολικά σε κάποιους, είναι απολύτως αληθινά και μάλιστα τα έχω ελαττώσει σε ένταση, εντάξει λίγη ντροπή την έχω. Μπορεί να είναι και τέσσερις και πέντε μήνες πριν που υπήρξα τόσο λειτουργική. Σας φιλώ και να προσέχετε, μία λοιμωξιολόγος ανέφερε ότι αν συμμορφωθούμε θα τα καταφέρουμε και πρέπει να τα καταφέρουμε γιατί χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλο!

25 Αυγούστου

Η Βασιλική Θεοδώροβιτς του Λουκά και της Ελένης το γένος Μπερατλή που μάθαινε πιάνο και μίλαγε γερμανικά, πριν τα ξεχάσει και τα λίγα αγγλικά που ποτέ δεν ξέχασε, που μέσα στην Κατοχή έβαζε ενέσεις στην καρκινοπαθή μανούλα της με ορό και της έλεγε ψέματα πως ήταν μορφίνη, γιατί η μορφίνη είχε τελειώσει, θα ήταν γύρω στα δεκατέσσερα τότε, που ανέλαβε τον μικρό της αδελφό Μενέλαο να τον φροντίζει σαν μανούλα, υποψιάζομαι και τον πατέρα της, είμαι σχεδόν σίγουρη ότι τα πήρε όλα στην πλάτη της, σαν να τη βλέπω, αυτήν την ώρα δεν έχει ακόμη πεθάνει, πριν οχτώ χρόνια στις 25 Αυγούστου, 15 ημέρες μόνο μετά τις 10 Αυγούστου που γέννησε τη μικρή της Ευθαλία, του Κωνσταντίνου και της Βασιλικής το γένος Θεοδώροβιτς! Σας φιλώ, δεν ξέρετε τι είστε εσείς για εμένα!

26 Αυγούστου (α΄)

Εχθές τα κατάφερα! Καθάρισα και το καθιστικό και την τραπεζαρία και συμμάζεψα και την κουζίνα, που τα είχα αφήσει στη μέση, καθαρά αλλά στη μέση. Σφουγγάρισα κιόλας, μολονότι αποκαμωμένη είπα πως θα το άφηνα για αύριο, δηλαδή σήμερα. Το σημαντικότερο το υπονόησα με φωτογραφίες, αλλά το φύλαξα για σήμερα. Ήπια καφέ με τον άντρα μου και το κορίτσι μας, τη Χλόη, στην αυλή, ΝΑΙ στην αυλή, και μιλούσαμε για τα λουλούδια μας και τον στρατηγό που δεν έπρεπε να τον αφήσουμε να ψηλώσει τόσο γιατί χαλούσε την αρμονία, έπρεπε να μείνει θάμνος ανάμεσα στον ταξό και την κατάλπη, συμφωνήσαμε όμως πως ήταν πολύ όμορφος και περήφανος και πώς να του κόβαμε την ορμή ολόκληρο στρατηλάτη, ας πάει στα κομμάτια η αρμονία, εβίβα στρατηγέ. Την έκανε υπέροχη την αυλή ο επίμονος κηπουρός, τακτική και καθαρή και στολισμένη όπως μου αρέσει, για να πίνουμε τον καφέ μας. Είμαι ένα πολύ τυχερό κορίτσι μόλις 59 χρόνων τελικά, και σήμερα θα καθαρίσω το κάτω καθιστικό με το τζάκι, τις μουσικές και τα βιβλία, θα ξεκινήσω δηλαδή, και θα προσπαθήσω να κάνω και γεμιστά με φρέσκο δυόσμο από τον κήπο. Σας φιλώ και σας ζητώ, σας θερμοπαρακαλώ να μείνετε λίγο ακόμη εδώ, φοβάμαι μήπως φύγει… αν και τη δύναμή μου την έστειλε η μαμά μου με την ευχή της.

26 Αυγούστου (β΄)

Αυτό που μου κόβει τα φτερά είναι όταν από τη δική μου ανημπόρια φέρνω σε δύσκολη θέση άλλους που δεν ήθελα με τίποτα να φέρω, το αντίθετο μάλιστα. Τους υποχρεώνω να κάνουν πράγματα, πρέπει να τους ζητήσω να κάνουν πράγματα, που δεν τα δικαιούμαι, γιατί κανονικά δεν θα έπρεπε να τα έχω ξεχάσει, έπρεπε να μπορούσα να τα είχα κάνει, έπρεπε. Ποιος διάολος μου έμαθε ότι εγώ δεν δικαιούμαι να κάνω λάθη; Ποιος; Και γιατί; Ποιος με έφερε σε αυτή την κατάσταση να τρέμω γιατί ξέχασα να ζητήσω να μου γράψουν τα φάρμακα; Όταν η βασιλική οδός προς την αυτογνωσία είναι τα λάθη, η αποδοχή τους και η μετουσίωσή τους στο σωστό όπως αυτό εγώ θα το αποφασίσω, ποιος είναι αυτός που θα με καθηλώνει μηχανικά σε μία βλακεία που την έλυσα με την ανταπόκριση των άλλων με ένα μήνυμα; ΕΓΩ; Εγώ! Αισθάνομαι ακόμη άσχημα, θέλω να κλάψω αλλά θα τροποποιήσω λίγο τα σχέδια, θα κάνω μόνο τα γεμιστά και ίσως τα τζάμια στην κουζίνα και το σαλόνι που δεν τα έκανα εχθές. Σας φιλώ, σας ευχαριστώ για την ανταπόκριση και, ναι, με αυτήν τα φέρνω βόλτα.

27 Αυγούστου (α΄)

Αυτήν την περίοδο θέλει μεγάλη προσοχή το άδειασμα της καμινάδας. Μπουκώνει πολύ εύκολα δι’ ασήμαντον αφορμήν, η δική μου δε και χωρίς αφορμή, είναι ανεξάρτητη όπως και τα δάκρυα. Αυτές τις μέρες η μαμά μου είχε την πρωτοκαθεδρία τάχα λόγω της επετείου του θανάτου της, στην πραγματικότητα όμως ήρθε όπως στα όνειρα για να μπερδέψει τους εφιάλτες. Και τα κατάφερε. Έτσι είναι οι μαμάδες, νεκρές ή ζωντανές, πάντα παρούσες στην αποσυμφόρηση. Είναι το μυαλό που έχει κρατήσει ατόφια τη φωνή της να σε παρηγορεί. Τώρα εσείς διαβάζοντας αυτές τις γραμμές θα φαντάζεστε κάποια σχέση ονειρεμένη — μπα. Η σχέση μας ήταν η κλασική μαμάς και κόρης, δύο ισχυρές προσωπικότητες σε διαρκή σύγκρουση και αμφισβήτηση, φυσιολογικά πράγματα δηλαδή. Υπήρχε όμως πολλή αγάπη, πάρα πολλή αγάπη που δεν ντρέπονταν να αποκαλύπτεται από πλευράς της, και αυτό μας έσωζε. Και αυτό να μην το ξεχνάτε ποτέ! Η αγάπη δεν είναι για τα σεντούκια, ούτε τα χάδια, ούτε τα φιλιά, και είναι αυτό που στο τέλος μάς σώζει. Σας το λέει μία γυναίκα που είχε ιδιαίτερη δυσκολία στη σωματική επαφή, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Σας φιλώ και σας αγαπώ γιατί και εσείς με αγαπάτε και όλο αυτό όπως και να το πει κανείς είναι ένα μικρό θαύμα! Να προσέχετε! Μας χρειαζόμαστε, δεν είμαστε νησιά οι άνθρωποι!

27 Αυγούστου (β΄)

Μία άλλη πολύ δύσκολη περίοδο στη ζωή μου, δυσκολότερη εκατό τοις εκατό, κατέβαινα τη Μαρτίου, ξεκινώντας από την Παπαναστασίου, με σκοπό αφού πληρώσω υποχρεώσεις σε πέντε τράπεζες, να καταλήξω στην Τράπεζα Αττικής, κάτω από το παλιό μου γραφείο και απέναντι από το σπίτι της μαμάς μου, προκειμένου να τη δω, αυτήν και την Αντιγόνη, και να περιμένω το ραντεβού μου με τον ψυχίατρο δύο ώρες μετά. Έτσι προγραμματισμένα σαν ρομπότ έκανα τα πάντα. Μέσα στην τσάντα μου είχα μοιρασμένα τα χρήματα μέσα στις ειδοποιήσεις των τραπεζών και μία επιταγή 90.000 ευρώ που είχα εισπράξει την προηγουμένη, πουλώντας ένα υπό ανέγερση σπίτι, με προσύμφωνο σε χαμηλή τιμή, προκειμένου να χρηματοδοτήσω το έργο. Ήταν η μοναδική μου, η τελευταία, προοπτική τότε! Η πρώτη τράπεζα ήταν η Κύπρου και βγαίνοντας έχωσα το χέρι στην τσάντα, στην εσωτερική θήκη, να ελέγξω αν η επιταγή βρίσκεται στη θέση της. Δεν την ένιωσα στα δάχτυλα, με έπιασε ταχυπαλμία, δύσπνοια, άρχισα να βλέπω χρώματα και σωριάστηκα σαν πάνινη κούκλα, μου είπανε μετά, καταμεσής του δρόμου, μέσα στην κίνηση της Μαρτίου, προκαλώντας μία φοβερή αναστάτωση. Δεν θυμάμαι πώς έφτασα στο σπίτι της μαμάς μου, θυμάμαι πως μπήκα από την πόρτα με το κλειδί μου, κάθισα στο πάτωμα, άδειασα ανάποδα την τσάντα και, αφού βρήκα την επιταγή, στην εσωτερική θέση όπου την είχα βάλει, δεν είχε πάει πουθενά, την έπιασα στα χέρια πριν σωριαστώ και άκουσα τη φωνή της μαμάς μου να φωνάζει: «Αντιγόνη, τρέξε, το παιδί, η Ευθαλία». Έκλαιγα και σπάραζα σαν πουλάκι, σωριασμένη στο μάρμαρο, και τότε οι δύο γυναίκες, στα εβδομήντα και βάλε, με σήκωσαν και με φωνή δυνατή, αποφασιστική, από αυτές που αναλαμβάνουν το βάρος και σου λένε ησύχασε, όλα θα γίνουν, μου λέει: «Εμένα κοίτα, εμένα, στα μάτια, αυτά τα χέρια και αυτά τα πόδια είναι τα δικά σου, με αυτά θα τα διορθώσεις όλα, με ακούς;» Την ακούω! Πάντα την άκουγα, γιατί την εκτιμούσα! Η Αντιγόνη κλαίγοντας με χάιδευε και η μαμά μου μου έσφιγγε το χέρι. Μετά ευτυχώς είχα συνεδρία με τον ψυχίατρο και νομίζω πως δεν ήταν τυχαίος ο προγραμματισμός μου. Φύλαγα τα ρούχα μου και στα χειρότερά μου. Σας φιλώ, συνεταιράκια, να προσέχετε, σας ευχαριστώ που υπάρχετε!

28 Αυγούστου

Το καταθλιπτικό επεισόδιο μπορεί να πνέει τα λοίσθια, αλλά είναι ακόμη εδώ το άτιμο. Ρίχνει κάτι λοξές ματιές κάτω από το στομάχι που είναι τόσο απρόσμενες μέσα στην ευδαιμονία της επαναφοράς, ανυπόφορες! Και δυστυχώς δεν έχω θυμηθεί πώς να αποσυνδέω το μέρος από το όλον. Δεν επιτρέπεται μια κακιά στιγμή να έχει τη δύναμη να σου ανατρέπει όλη την ημέρα. Δηλαδή επιτρέπεται, άνθρωποι είμαστε, αλλά είναι πολύ καλύτερα να μην αφήνεις τέτοια δύναμη στις στιγμές και απείρως ασφαλέστερα. Ωραίααα! Και τώρα που είπαμε το μαθηματάκι μας απέξω και ανακατωτά, άντε να δούμε πώς θα το κάνουμε και πράξη, γιατί εχθές, που ξεκίνησε από προχθές, καλά βιδωθήκαμε στο καθισματάκι μας μπροστά στον υπολογιστή, χωρίς να σας το πούμε! Είναι που νιώθω την απογοήτευσή σας κάθε φορά που κάνω πίσω και μαζεύομαι σαν το σαλιγκάρι. Δεν φταίτε εσείς, είναι πολύ δύσκολο να διαχειριστείς τέτοια έντονη εναλλαγή συναισθημάτων που προφανώς σάς μεταδίδω με κάποιον τρόπο. Δεν είστε εσείς όμως που το παθαίνετε, εγώ το παθαίνω, εσείς απλά μού κάνετε παρέα, μου κρατάτε το χέρι. Ο σκοπός δεν είναι να υποφέρετε! Σας φιλώ, πολύ με συγκινείτε, και να το ξέρετε: η χαρά σας σε κάθε βήμα μου είναι ένα μεγάλο κίνητρο για εμένα, τεράστιο. Απλά θέλει υπομονή!

30 Αυγούστου

Τι έχει το νερό και προκαλεί αυτή τη διέγερση το πρωί και αυτή τη χαλάρωση τη νύχτα; Πώς μπορεί μία ουσία με δύο μόρια υδρογόνου και ένα οξυγόνου να κάνει δύο πράγματα τελείως αντίθετα με μόνη διαφορά τον χρόνο; Μαγεία; Και γιατί να είναι τόσο διάφανο; Μήπως για να καθρεφτιζόμαστε; Μάλλον! Μας καθαρίζει από τους βραδινούς εφιάλτες το πρωί και μας βλέπουμε απαλλαγμένους από τα άχρηστα ή τα αχρείαστα για να τα φέρουμε βόλτα την ημέρα. Και το βράδυ μάς ξεπλένει από τη βρόμα της ημέρας για να πετύχουν τα όνειρα και να μας απαλλάξει από τους εφιάλτες. Καθρεφτιζόμαστε λίγο πιο μπερδεμένα αλλά και πιο ουσιαστικά άμα μάς κάτσει. Και τότε το πρωί είναι υπέροχο! Επαναλαμβανόμενη διαδικασία για να πετύχει μία στο τόσο. Άμα πετύχαινε συνέχεια δεν θα είχε τόση αξία. Έτσι πάει! Γι’ αυτό το νερό είναι τόσο διάφανο. Αναταράσσεται διαρκώς άμα το θες και θαμπώνει, αλλά άμα το αφήσεις ρέει ήσυχα επάνω σου διάφανο για να σε δεις! Κι άμα έχεις την τύχη να σε δεις, πρέπει να το μοιράζεσαι, δεν είναι αυτή μία διαδικασία για να την κρύψεις. Την έχουν ανάγκη οι άνθρωποι. Άλλωστε χωρίς αυτή την προοπτική δεν θα σε έβλεπες ποτέ, δεν θα σου κάθονταν! Μιλάω με γρίφους; Μπορεί! Όσο περνάει ο καιρός το παιχνίδι θα απευθύνεται στους μύστες; Μπορεί! Και πάλι έχω τις αμφιβολίες μου. Οι γρίφοι είναι εκνευριστικοί και αντιπαραγωγικοί. Επιδέχονται δε πολλές ερμηνείες και αυτό είναι κακό για εμένα. Εγώ αγαπώ την απλότητα των αριθμών και των καθαρών λέξεων. Απεχθάνομαι τις φράσεις «άμα μου κάτσει» και «δεν θα σου κάθονταν» και όμως τις χρησιμοποίησα και τις δύο. Γιατί; Δεν ξέρω! Χώνονται στον λόγο μου από μόνες τους, με αναίδεια και αγενείς καθώς είναι επαναλαμβάνονται. Θα μπορούσα να τις σβήσω, αλλά δεν το έκανα. Τις άφησα να με θυμώνουν χωρίς λόγο. Και τώρα θα μου πείτε, Είναι όλα αυτά χρήσιμα και τα σκέφτεσαι; Μακάρι να ήξερα τι προσπαθώ να αποφύγω να σκεφτώ, μακάρι! Σας φιλώ, ξέρω, χρειάζεται πολλή υπομονή για να μου κάνει κάποιος παρέα… Μακάρι αν ήταν πιο εύκολο!

31 Αυγούστου

Κανονικά αυτή τη μέρα θα γύριζα στο γραφείο, θα είχα μία ολοκαίνουργια ατζέντα να με περιμένει ή θα την αγόραζα αυτήν την ημέρα, γιατί για εμένα τώρα άρχιζε ο καινούργιος χρόνος. Ίσα-ίσα που θα είχα προλάβει να ετοιμάσω το σπίτι για τον επερχόμενο χειμώνα, φθινόπωρο για εμένα δεν υπήρξε ποτέ και η άνοιξη υπήρχε δεν υπήρχε. Οι εποχές μου είχαν συρρικνωθεί σε δύο και παρ’ όλα αυτά αγαπούσα πολύ τον Vivaldi και τις Τέσσερις Εποχές του, ιδιαίτερα το Φθινόπωρο. Αλλά ας γυρίσουμε στην καινούργια ατζέντα. Πώς θα μπορούσες να βρεις καινούργια ατζέντα τέσσερις μήνες πριν την έναρξη του Νέου Έτους; Αυτό ήταν το ένα από τα αμέτρητα φετίχ που είχα, τα εξής πέντε: οι τσάντες, τα αρώματα (κυρίως τα μπουκαλάκια τους), τα ρολόγια χειρός, οι ατζέντες και όλων των ειδών τα μολύβια, στυλό, μπογιές… αμέτρητα στυλό και μηχανικά μολύβια. Οι ατζέντες με την εξέλιξη του εισοδήματος έγιναν δερμάτινες με διάφορα αξεσουάρ και υποδοχές και πάντα χρωματιστές. Η τελευταία που έχω και σήμερα ήταν κόκκινη. Έχουν περάσει 18 χρόνια από τότε και ακόμη, αν κλείσω τα μάτια και με ονειρευτώ, θα με ονειρευτώ μπροστά στη λαχανί ντουλάπα, στο γυάλινο ιταλικό γραφείο μου, να γράφω με το καινούργιο μου στυλό τα τηλέφωνα με νέα καθαρά γράμματα, σε αλφαβητική σειρά, να περνάω τα τριζάτα φύλλα από τις έξι τρύπες της προσεκτικά να μην τσακίσουν, να βάζω ανάμεσα όσες παλιές ήταν άθικτες από τη βιασύνη της καθημερινότητας και της τσαπατσουλιάς και να ρίχνω κλεφτές ματιές στον αδελφό μου πίσω από την ντοματί κολόνα να με αγριοκοιτάζει που ακόμη δεν τελείωνα. Η δουλειά μου, εκείνη η δουλειά μου, ο μεγάλος μου έρωτας. Αναρωτιέμαι σήμερα πόσοι άνθρωποι υπήρξαν τόσο τυχεροί όσο εγώ να κάνουν μια δουλειά με την οποία ήταν ερωτευμένοι; Και μετά σκέφτομαι ότι μου την πήραν μέσα από τα χέρια τρεις φορές! Σας φιλώ και ώωω ναι! Το ξέρω και εγώ αυτό περιμένω — να περάσει και αυτό! Μη ξεχάσετε τη μάσκα σας!

1 Σεπτεμβρίου

Η δύσπνοια. Η απαίσια δύσπνοια είναι το χειρότερο που μπορεί να σου συμβεί, όταν μάλιστα δεν οφείλεται και στα πνευμόνια σου αλλά στο καταραμένο άγχος σου! Άγια χαρτοσακούλα! Μη μου δίνετε και μεγάλη σημασία, συνηθισμένα τα βουνά στα χιόνια! Σας φιλώ, αύριο ίσως όλα να είναι καλύτερα, ίσως και όχι. Μπορεί μεθαύριο! Μην ξεχνάτε τη μασκούλα σας!

4 Σεπτεμβρίου

Μακάρι να υπήρχε ένας μαγικός τρόπος να έπαιρνες τη λύπη από αυτούς που πλήγωσες με τις επιλογές σου. Δεν υπάρχει όμως. Το ποτάμι δεν είναι θάλασσα και δεν γυρνάει πίσω. Και αφού τίποτα από αυτά που πάθαμε ή προκαλέσαμε στους αγαπημένους μας δεν γυρνάει πίσω, ας προσπαθήσουμε τουλάχιστον να τα κάνουμε καλύτερα αυτή τη φορά. Γιατί μπορεί το ποτάμι να μη γυρνάει πίσω, και καμία αξία να μην έχουν οι προσπάθειές μας να το γυρίσουμε, χύνεται όμως στη θάλασσα κάποια στιγμή, και ίσως να μπορούμε να του διευκολύνουμε την πορεία με κάποιον τρόπο. Ίσως! Και πάλι όμως αξίζει τον κόπο ο κόπος. Έχυσα πολλά δάκρυα αυτήν την εβδομάδα… Μακάρι να ήταν τα τελευταία, αλλά αυτό θα σήμαινε πως δεν θα ζούσα — και εγώ θέλω να είμαι εδώ άμα με χρειαστεί το παιδί μου να του πω: «Εμένα κοίτα, εμένα, αυτά τα χέρια και αυτά τα πόδια είναι δικά σου, με αυτά θα τα διορθώσεις όλα». Σας φιλώ και σας ευχαριστώ που είστε τόσο κοντά μου, όλους!

11 Σεπτεμβρίου

Ο φθόνος είναι άραγε συναίσθημα; Μάλλον ναι, αφού και το μίσος είναι συναίσθημα και μάλιστα πολλές φορές το μίσος είναι και κρυμμένος έρωτας. Ο φθόνος όμως; Αντιμετώπισα πολύ φθόνο στη ζωή μου και αυτό πάντα ήταν για εμένα κόκκινη γραμμή και συχνά μεγάλη οδύνη. Όταν τον έβλεπα τον απέφευγα, τον κουβαλητή του, όπως ο διάολος το λιβάνι, όμως δυστυχώς αυτός είναι σχεδόν πάντα κρυμμένος, ο φθόνος και ο κουβαλητής πάντα δίπλα σου έτοιμος να αρπάξει ό,τι μπορεί. Από τη μεριά μου, μία ηχηρή προσωπικότητα προς τα έξω όπως ήδη γνωρίζετε, λιοντάρι που παρασύρεται εύκολα από τις κολακείες, ευτυχώς στιγμιαία γιατί διαθέτει και νου που αναλύει και συνθέτει διαρκώς, προκάλεσα πολύ φθόνο. Και ενώ μέσα μου ήμουν ένα αερικό μονάχο, έξω μου ήμουν μία σούπερ γούμαν. Αυτό το πλήρωσα ακριβά, πολύ ακριβά. Ήμουν δύο άνθρωποι, ο ένας που έτρεμε σαν πουλάκι και ο άλλος που δεν τον τρόμαζε τίποτε, χωρίς καμία ισορροπία και κανένα έλεγχο. Όποτε ήθελε έβγαινε ο ένας, όποτε ήθελε έβγαινε ο άλλος. Μία διττή προσωπικότητα που ενώ ήθελε να περνάει απαρατήρητη, ή ακόμη χειρότερα να είναι αόρατη, φορούσε κοσμήματα τεράστια και ρούχα περίεργα, ήταν έξω καρδιά (αυτό έχει πλάκα), κερνούσε όλον τον κόσμο, μοιράζονταν χωρίς δεύτερες και τρίτες σκέψεις γιατί αυτό ήθελε και γιατί μπορούσε να το κάνει. Δεν έχει καμία αξία να έχεις εσύ και οι φίλοι σου να μην έχουν, οι φίλοι μοιράζονται, γιατί οι φίλοι είναι το χρυσάφι της ζωής. Αυτό πίστευα και έτσι το διαχειρίστηκα. Οι άνθρωποι με φθονούσαν μάλλον για το δεύτερο, το πρώτο τι να το κάνουν; Οι διεκπεραιωτικές σχέσεις δεν με αφορούν πια. Επιλέγω τη μοναξιά. Ζούσα υπέροχα μαζί της οκτώ ολόκληρα χρόνια και αυτή είναι ανεξάρτητη από την κατάθλιψη. Το να ζεις καλά με τον εαυτό σου είναι μία υπέροχη συνθήκη ζωής που μακάρι να μην τη γνώριζα τόσο αργά. Αυτό που μένει τώρα να επιλέξω είναι: ποιον από τους δύο εαυτούς προτιμώ; Νομίζω πως ακόμα είμαι οι δύο αυτοί άνθρωποι, μόνο που τώρα ψάχνω —και θα βρω— την ισορροπία ανάμεσά τους και να τους κάνω επιτέλους φίλους! Γιατί μου αρέσουν και οι δύο! Σας φιλώ, πολύ σάς είχα επιθυμήσει και σας ευχαριστώ που είστε εδώ μαζί μου και με κρατάτε στη μάχη όρθια!

[ EIKONA — ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ]